Ὅλοι οἱ ἅγιοι ἔκλαψαν καί πένθησαν πολύ, μετανοώντας γιά τίς ἁμαρτίες τους, κι ἄς ἦταν λιγότερες ἀπό τίς δικές σου. «Ἐγενήθησαν τά δάκρυα αὐτῶν αὐτοῖς ἄρτος ἡμέρας καί νυκτός»καί «τό πόμα αὐτῶν μετά κλαυθμοῦ ἐκίρνων» (πρβλ. Ψαλμ. 41. 4 &101. 10). Καί ὁ Κύριος ἔκλαψε, ὄχι γιατί εἶχε ἀνάγκη ἀπό τά δάκρυα τῆς μετανοίας, ἀλλά γιά νά θρηνήσῃ τήν ἀμετανοησία καί τή σκληροκαρδία τῶν ἀνθρώπων: «Ἰδών τήν πόλιν (τήν Ἱερουσαλήμ) ἔκλαυσεν ἐπ΄ αὐτῇ, λέγων ὅτι εἰ ἔγνως καί σύ, καί γε ἐν τῇ ἡμέρᾳ σου ταύτῃ, τά πρός εἰρήνην σου! νῦν δέ ἐκρύβη ἀπό ὀφθαλμῶν σου»(Λουκ. 19. 41-42).
Πῶς νά μήν κλάψῃς ὅταν ἡ ζωή σου εἶναι γεμάτη ἀπό δοκιμασίες, θλίψεις, πόνο, συμφορές; «Ποία τοῦ βίου τρυφή διαμένει λύπης ἀμέτοχος; Ποία δόξα ἔστηκεν ἐπί γῆς ἀμετάθετος; Πάντα σκιᾶς ἀσθενέστερα, πάντα ὀνείρων ἀπατηλότερα· μία ῥοπή, καί ταῦτα πάντα θάνατος διαδέχεται». Πῶς νά μή θρηνήσῃς ὅταν καί τήν ἄλλη ζωή, τήν αἰώνια, κινδυνεύῃς νά τή χάσῃς; Αὐτή θά εἶναι ἡ πιό μεγάλη συμφορά. Κανείς δέν ξέρει τί θά τοῦ συμβῆ ἐκεῖ.
Καμμιά εἴδησις, καμμιά πληροφορία... Θά ἔρθει σάν κλέφτης ὁ θάνατος, θά χωρισθεῖ ἡ ψυχή ἀπό τό σῶμα καί θ΄ ἀκολουθήσει ὁ φοβερός τελωνισμός της ἀπό τά πονηρά πνεύματα. Ὤ, ποία ὥρα τότε! Θά πάει ἡ ψυχή ἐκεῖ πού ποτέ δέν ἦταν. Θά δεῖ ἐκεῖνα πού ποτέ δέν ἐγνώρισε. Θ΄ ἀκούσει ὅσα ποτέ δέν ἄκουσε.
Κλάψε. Λοιπόν. Μετανόησε καί προσκόμισε στόν Κύριο τά δάκρυά σου σάν μύρο μετανοίας. Τό δάκρυ καθαρίζει τήν ψυχή καί τήν ξεπλένει ἀπό κάθε κηλίδα, λαμπικάρει τή συνείδησι, φωτίζει τόν νοῦ, σπάζει τά δεσμά τῶν παθῶν, σχίζει τά χειρόγραφα τῆς ἁμαρτίας.
Κλάψε καί θρήνησε μέ μετάνοια, γιά νά ξεπλυθῇς κι ἐσύ ἀπό τίς ἁμαρτίες σου, γιά νά καθαρίσῃς τόν ρύπο τῆς ψυχῆς σου, γιά νά θεραπευθῇς ἀπό τήν πνευματική τύφλωσι, γιά νά πνίξῃς στή θάλασσα τῶν δακρύων τόν νοητό διώκτη Φαραώ, γιά νά σβήσῃς μέ τούς κρουνούς τῶν ματιῶν σου τή φλόγα τῆς γεένης καί ν΄ ἀξιωθῇς τῆς αἰωνίας ζωῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν.
Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Ροστώφ