Ὦ Πανάγιε Σωτῆρά μου, λογιάζω μέσα μου, τί λόγια νὰ εὕρω διὰ νὰ σὲ χαιρετίσω, καὶ ποῖον χάρισμα, νὰ σὲ κάμω διὰ νὰ σοὶ εὐχαριστήσω, καθὼς πρέπει· ἀμὴ τίποτε δὲν εὑρίσκω, ὅπου νὰ εἶναι ἄξιον διὰ σὲ τὸν Θεὸν καὶ Πλάστην μου· μόνον γίνομαι ἐξεστηκώς, πῶς ἐδόθη τοῦτο τὸ μέγα Μυστήριον εἰς ἐμὲ τὸν ἀνάξιον. Ὦ μεγαλοδύναμε Θεέ, καὶ Πλάστη μου, καὶ Πατέρα μου αἰώνιε, εὐχαριστώ σοι, ὅπου μὲ ἠξίωσες νὰ χορτάσω πολλάκις, ὡς καὶ τὴν σήμερον τὴν Σάρκα καὶ τὸ Αἶμά Σου. Χριστέ μου πολυέλεε, παρακαλῶ σε νὰ μὴ τιμωρηθῶ ὡς ἀνάξιος, ἀλλὰ νὰ συγχωρηθῶ ὡσὰν μωρὸς καὶ ἀνόητος. Κάμε, Δέσποτά μου, νὰ μὴ λείψῃ ἡ χάρις Σου ποτὲ ἀπὸ ἐμέ· δός μοι ταύτας τὰς θεϊκὰς ἀρετὰς νὰ τὰς ἔχω, πίστιν, ἐλπίδα, ἀγάπην, φρόνησιν, ὑπομονήν, παρθενίαν, ταπείνωσιν, καθαρότητα, καὶ τὸ περισσότερον, φώτισιν, διὰ νὰ γνωρίζω τὰ θελήματά Σου, θέλησιν, διὰ νὰ τὰ κάμνω, δύναμιν, διὰ νὰ ἀντιστέκωμαι εἰς ὅλα τὰ κακά, ὅπου μὲ πολεμοῦσι, καὶ νὰ στερεώνομαι εἰς ὅλα τὰ καλά, ὅπου μοὶ πρέπουσι, καὶ σὲ ἀρέσκουσιν. Ὦ Θεέ μου, λυπήσου με, καὶ μὴ μὲ ἀφήσῃς νὰ ξεπέσω πλέον εἰς τὰ πρῶτά μου πταίσματα. Διότι ἐγὼ σὲ τάσω, πῶς εἶναι ὅλη μου ἡ γνώμη καὶ ἡ θέλησις εἰς τὴν ἐξουσίαν Σου, καὶ δὲν θέλω εὔγῃ πλέον ποτέ, μὲ τὴν βοήθειάν Σου, ἀπὸ τὴν ὐπακοήν Σου. Ἀμήν.
(Ἐκ τοῦ περιοδικοῦ· Ἁγιορείτικη Μαρτυρία, Ἱ. Μ. Ξηροποτάμου)