Thursday, April 23, 2015

"ΜΑΓΕΙΑ! ΕΥΛΟΓΙΑ! ΜΕΘΗ!": Η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΕΝΟΣ ΜΟΝΑΧΟΥ...




Από την αρχή της μοναχικής μου ζωής ζούσα μια ήσυχη, καλή ζωή. Οι ακολουθίες στο Μοναστήρι και η Μυστηριακή ζωή με θέρμαιναν, με ανέπαυαν. Αυτό μέχρι την ώρα που γεννήθηκε μέσα μου κάτι άλλο, μέχρι την ώρα που αναπτύχθηκε η εσωτερική ζωή.

Ξαφνικά αισθάνθηκα ένα κάψιμο εσωτερικό, ένα κάψιμο θείας αγάπης. Η φυσική και καλή ζωή που ζούσα μέχρι τότε, φαινόταν τώρα πολύ σκοτεινή, χωρίς νόημα και περιεχόμενο. Άρχισα να βρίσκω τον χώρο της καρδιάς, το κέντρο της υπάρξεως, τον ευλογημένο εκείνο χώρο που ανακαλύπτεται με την εν Χάριτι άσκηση και μέσα στον οποίο αποκαλύπτεται ο Ίδιος ο Θεός.

Αυτή η καρδιά είναι το πρόσωπο, γιατί πρόσωπο είναι «ο κρυπτός της καρδίας άνθρωπος εν τω αφθάρτω του πνεύματος... ο εστίν ενώπιον του Θεού πολυτελές» (Α' Πέτρου γ' [κεφ. 3] 4).

Μέχρι τότε διάβαζα αυτά στα βιβλία, τώρα τα έβλεπα στην πραγματικότητα. Ένοιωθα αυτό που λέγει ο Αββάς Παμβώ «ει έχεις καρδίαν δύνασαι σωθήναι»[=αν έχεις καρδιά μπορείς να σωθείς], αυτό που λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος «Θεός θεοίς ενούμενός τε και γνωριζόμενος εν καρδία» και ο Απόστολος Παύλος «ος έλαμψεν εν ταις καρδίαις ημών». Η καρδιά που είναι τα άγια των αγίων «της μυστικής ενώσεως Θεού και ανθρώπου, αυτής της ενυποστάτου δι' Αγίου Πνεύματος ελλάμψεως» ανακαλύφθηκε. Αισθανόμουν την καρδιά σαν Ναό μέσα στον οποίο λειτουργούσε ο αληθινός Ιερεύς της θείας Χάριτος.

Παράλληλα με τον κτύπο του σαρκικού οργάνου της καρδιάς ακουγόταν και ένας άλλος κτύπος βαθύτερος και γρηγορότερος. Αυτός ο κτύπος συντονιζόταν με την ευχή του Ιησού. Ή μάλλον η ίδια η καρδιά έλεγε την ευχή. Όλη αυτή η κατάσταση συνδεόταν με μερικά χαρακτηριστικά.

Αναπτύχθηκε μια ερωτική κοινωνία με τον Θεό. Τότε καταλάβαινα γιατί οι Πατέρες ονόμαζαν τον Θεό έρωτα. «Ο Θεός έρως εστί και εραστόν» (Μάξιμος ο Ομολογητής) και «ο εμός έρως εσταύρωται» (αγ.Ιγνάτιος Θεοφόρος). Κάθε μέρα αισθανόμουν την περίπτυξη [αγκάλιασμα] του Θεού. Αυτή η αγάπη εκείνο τον καιρό με είχε τρελλάνει. Ο Θεός βιωνόταν ως ελεήμων, ως γλύκα και γλυκασμός. Άναψε μέσα στην καρδιά μου το ευλογημένο πυρ, που έκαιγε τα πάθη και δημιουργούσε ανέκφραστη πνευματική ηδονή.

Αναζητούσα ησυχία, σκοτάδι, ηρεμία εξωτερική. Τα μικρά κελλιά, οι τρύπες των βράχων, ο ανοιχτός ορίζοντας της φύσεως, τα σκοτεινά μέρη με δέχονταν σαν φιλοξενούμενο. Την νύκτα έβγαινα στις ερημιές του Άθωνα. Μαγεία! Ευλογία! Μέθη! Στην μοναξιά και στην πολυκοσμία, στην έρημο και στα κοινόβια ζούσα την παρουσία του Θεού, την θεία περίπτυξη. Αναπτύχθηκαν τότε άλλες αισθήσεις, αισθήσεις πνευματικές, η νοερά αίσθηση, η νοερά δράση και ακοή.

Όλος ο νους ήταν συγκεντρωμένος μέσα στο βάθος της καρδιάς και άκουγε εν ακορέστω γλυκασμώ την ευχή πού λεγόταν μέσα εκεί. Όλος ο εσωτερικός κόσμος ενοποιημένος. Όλα έδειχναν ότι γεννήθηκε ένας καινούργιος άνθρωπος, ένας καινούργιος κόσμος και μια καινή ζωή. Μια θερμότητα έκαιγε τα πάντα. «Ουχί η καρδία ημών καιομένη ην εν ημίν ως ελάλει ημίν εν τη οδώ...» Η αίσθηση των μαθητών αυτών υπήρξε δική μου βίωση. Αισθανόμουν καλά τον λόγο του Χριστού: «πυρ ήλθον βαλείν επί την γην και τι θέλω ει ήδη ανήφθη;» Και τον λόγον ότι ο Θεός «πυρ εστί καταναλίσκον». Άλλοτε αυτή η θέρμη και αυτή η φωτιά μετατρεπόταν σε πληγή βαθειά. Αισθανόμουν ότι αυτή η θερμότητα αναγεννούσε την ύπαρξή μου, πρώτα την ψυχή και μετά επεκτεινόταν και στο σώμα. Η αίσθηση ότι τώρα γεννήθηκα σε άλλον κόσμο ήταν διαρκής. Χοροπηδούσα σαν μικρό παιδί. Ακόμη υπήρξαν μερικές φορές πού ένοιωσα και την σάρκα μου σαν μικρού παιδιού, πού μόλις βγήκε από την μήτρα της μάνας του.

Αυτό δημιουργούσε βαθύτατη ειρήνη λογισμών. Ο νους καθαριζόμενος διαρκώς απέβαλε όλα τα ξένα στοιχεία τα οποία σαν λέπια τον εκάλυπταν. Γινόταν έτσι ελαφρός και πάντοτε εύρισκε καταφύγιο στην καρδιά. Εκεί παρέμεινε και ευφραινόταν πνευματικά. Εκεί μερικές φορές άκουγε και την φωνή του Θεού, πού ήταν πολύ συνταρακτική και δημιουργούσε πηγές δακρύων. Η γνωριμία με τον Θεό ήταν προσωπική. Η γνώση του Θεού πραγματικό γεγονός.

Μερικές φορές βυθιζόμουν σε βαθειά μετάνοια. Ο νους μπαίνοντας στην καρδιά εν Χάριτι έβλεπε το σκοτάδι, την βρωμιά της ψυχής και όλη η ύπαρξή ξεχυνόταν σε καυτά δάκρυα. Έκλαιγε η καρδιά. Τα δάκρυα της καρδιάς ξεχύνονταν επάνω της και την ξέπλεναν από την αμαρτία. Παράλληλα άνοιγαν και τα μάτια και γίνονταν πηγές δακρύων. Άλλοτε έκλαιγε μόνον η καρδιά και άλλοτε και το σώμα. Θρήνος βαθύς από την αποκάλυψη της ασωτίας... Κλάμα πολύ, αλλά όχι με απελπισία. Ήταν συνδεδεμένο με την αίσθηση της αγάπης του Θεού.

Εκείνο τον καιρό όλα ήταν ωραία. Η λέξη ωραία δεν έχει σχέση με την αισθητική, αλλά με την οντολογική πραγματικότητα. Έβλεπα τους λόγους των όντων σε όλη την δημιουργία. Και αυτό προξενούσε άρρητη ευφροσύνη. Όλα εξέφραζαν την αγάπη του Θεού. Η ανάγνωση της Γραφής έτρεφε την καρδιά. Οι λέξεις δεν πήγαιναν στην λογική, αλλά εισχωρούσαν στην καρδιά και την ζωογονούσαν. Όπως το μωρό ρουφά το γάλα από τον μαστό της μάνας του και τρέφεται, έτσι αισθανόταν η καρδιά τρεφόταν από το λόγο του Θεού. Γινόταν μετάγγιση αίματος. Τα βιβλία των Πατέρων τα διάβαζα με άλλο πρίσμα. Γνωστά κείμενα τότε τα έβλεπα διαφορετικά. Σαν να είχα αποκτήσει καινούργια μάτια και σαν να είχα μάθει καινούργια γλώσσα. Αισθανόμουν συγγενής πνευματικά με τους Πατέρας. Όμως τις πιο πολλές φορές δεν ήθελα να διαβάζω ακόμη και βιβλία πατερικά. Σαν να σταματούσαν την προσωπική επικοινωνία με τον εράσμιο Νυμφίο, σαν να διέκοπταν τη ζωντανή επικοινωνία με τον Δημιουργό του παντός.

Τα πάθη δεν ενεργούσαν τότε. Ένοιωθα όχι ηθικές αναστολές, αλλά την αναγέννησή μου. Ήμουν τόσο μεθυσμένος, ώστε δεν με ενδιέφερε απολύτως τίποτε. Υπήρχε μέσα μου μια ακατάσχετη αναζήτηση και επιθυμία να μη με αγαπούν οι άνθρωποι και μάλιστα να με περιφρονούν. Αφού είχα την αγάπη του Θεού, δεν με ενδιέφερε τίποτε άλλο. Ζούσα μια ερωτική ζωή, ζωή δακρύων... Η μόνη απασχόληση εγώ και ο Θεός. Ζητούσα την μοναξιά πού ήταν κοινωνία. «Ενώπιος Ενωπίω», «πρόσωπον προς Πρόσωπον». Αλλά και όταν ευρισκόμουν σε πολυκοσμία η εσωτερική φωνή ήταν ισχυρότερη. Και όταν κατά την διάρκεια ακολουθίας ο Γέροντας με έβαζε να ψάλλω, εγώ συγχρόνως άκουγα και αυτήν την εσωτερική φωνή της καρδιάς να επαναλαμβάνει την ευχή πού έγινε το εντρύφημά μου.

Αυτή η κατάσταση κράτησε περίπου τέσσερα χρόνια. Μέρα-νύχτα έλεγα την ευχή. Και την ώρα πού κοιμόμουν η καρδιά προσευχόταν. Την άκουγα καθαρά να αδολεσχεί με τον Θεό.

Όποιος θέλει να διαπιστώσει αν υπάρχη Θεός, ας δοκιμάσει. Θα συναντήσει ένα ζωντανό Θεό! Η Χάρη του Θεού με αξίωσε εμένα το έκτρωμα όλου του κόσμου να αποκτήσω μια μικρή σταγόνα γνώσεως Θεού».

Απόσπασμα από το βιβλίο του Μητροπολίτη Ιεροθέου Βλάχου «Το μυστήριο της Παιδείας του Θεού».

http://agapienxristou.blogspot.ca/2013/07/blog-post_26.html
http://www.agioritikovima.gr/perizois/25698-mageia-eulogia

Γιατί δεν πρεπει να παιρνουμε Θεία Κοινωνία χωρίς εξομολόγηση ( Ἁγίου Εὐγενίου )


Ἕνα συγκλονιστικό θαῦμα τοῦ Ἁγίου Εὐγενίου

Στα χρόνια του βυζαντινού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του νέου πλήθος από Σκύθες με δική του διαταγή ξεκίνησαν για την Ανατολή. Κάποτε έφτασαν και στην Τραπεζούντα.

Ανάμεσά τους ήταν και κάποιος δεμένος με αλυσίδες, γιατί είχε μέσα του ολόκληρη λεγεώνα πονηρών πνευμάτων.

Οι άλλοι Σκύθες τον πρόσεχαν νύχτα-μέρα, από φόβο μήπως οι δαίμονες τον ρίξουν στη φωτιά και τον κάψουν ή τον πνίξουν στο νερό ή τον γκρεμίσουν σε κανένα βάραθρο…





Πριν δαιμονιστεί ο Σκύθης αυτός, από νέος ακόμα, έκανε τα θελήματα των δαιμόνων και ζούσε ζωή ακόλαστη.

Κάποτε όμως έκανε και μία φρικτή ασέβεια. Στη Βασιλεύουσα, όπου είχε πάει μαζί με άλλους ομόφυλους του, επισκέφθηκε μία εκκλησία.

Εκεί, μολονότι αβάπτιστος και ακάθαρτος, τόλμησε να πλησιάσει στο άγιο ποτήριο την ώρα της θείας μεταλήψεως και να κοινωνήσει! Την ίδια όμως στιγμή παραδόθηκε στους απάνθρωπους δαίμονες, που άρχισαν από τότε να τον βασανίζουν αλύπητα.

Σ’ αυτή λοιπόν την κατάσταση έφτασε στην Τραπεζούντα. Οι σύντροφοί του, μαθαίνοντας για τα πολλά θαύματα του αγίου Ευγενίου, τον έφεραν στο ναό του. Στο μεταξύ η σατανική λεγεώνα τον έκανε να σπαράζει και ν’ αφρίζει.

Πώς τόλμησες, τον φοβέριζαν τα δαιμόνια, να μεταλάβεις το Χριστό, αφού είσαι δικός μας; Θα σ’ εξαφανίσουμε με τον πιο σκληρό τρόπο! Κανένας δεν Θα σε γλιτώσει απ’ τα χέρια μας!…

Ενώ όμως κόμπαζαν και απειλούσαν οι μιαροί δαίμονες, τί κάνει ο γρήγορος βοηθός των ανθρώπων, ο ένδοξος Ευγένιος;

Παρακαλεί τον φιλάνθρωπο Δεσπότη να σπλαχνιστεί το πλάσμα Του και να το απαλλάξει από την τυραννία του σατανά.

Και με τις παρακλήσεις του λυγίζει τον πολυέλεο Κύριο.

Καθώς στεκόταν λοιπόν ο δαιμονισμένος μπροστά στο λείψανο του αγίου, ήρθε σε έκσταση. Του φάνηκε πως είδε το Χριστό να κατεβαίνει από τον ουρανό μέσα στην εκκλησία.

Εκεί, αφού του θύμισε τις βέβηλες πράξεις, που από νέος είχε κάνει, άρχισε να τον ελέγχει αυστηρά

Μ’ όλες τούτες τις παρανομίες σου, κατέληξε ο Κύριος, με λύπησες πάρα πολύ, δεν είσαι άξιος ελέους, για χάρη όμως του αγαπητού μου Ευγένιου σε λυπήθηκα και θα σ’ ελεήσω. Και γυρίζοντας στο μάρτυρα, που στεκόταν δίπλα Του ικετευτικά, συνέχισε: Γιάτρεψέ τον, Ευγένιε, αφού κατέφυγε στην προστασία σου.

Αμέσως ο Ιησούς εξαφανίστηκε. Ο άγιος είπε τότε στον δαιμονισμένο: Αυτό το κακό το έπαθες επειδή κοινώνησες τα άχραντα Μυστήρια, ενώ ήσουν αβάπτιστος και βουτηγμένος στις αμαρτίες.

Ο Σκύθης συνήλθε από την έκσταση.

Είδε τότε, αισθητά πια, να βγαίνει φωτιά από τα άγια λείψανα, να μπαίνει στο στόμα του και να κατακαίγει – έτσι του φάνηκε – τα σωθικά του.

Όσοι ήταν εκεί κοντά μπόρεσαν να δουν με τα ίδια τους τα μάτια τη δύναμη του αγίου Ευγενίου, που βασάνιζε και τιμωρούσε εξουσιαστικά τους πονηρούς δαίμονες, διώχνοντάς τους βίαια μέσ’ από τον ταλαίπωρο άνθρωπο.

Άφριζε και ίδρωνε και χτυπιόταν ο Σκύθης, ώσπου ελευθερώθηκε εντελώς από τ’ ακάθαρτα πνεύματα.

Ειρηνικός πια και ανενόχλητος, σιχάθηκε την παλιά του ζωή, και δεν έπαψε ποτέ να ευχαριστεί τον θαυματουργό μάρτυρα που τον ευεργέτησε.

Άγιος Ευγένιος ο Τραπεζούντιος


http://agapienxristou.blogspot.ca/2014/06/blog-post_4.html

Μπορεῖ κανείς νά σωθῆ χωρίς πνευματικό καί χωρίς ἐξομολόγηση; ( Γέροντος Κλεόπα Ηλίε )



Όχι. Κανείς δεν μπορεί να σωθεί, ούτε λαϊκοί ούτε μοναχοί ούτε κληρικοί, χωρίς την εξομολόγηση των αμαρτιών και χωρίς τη λύση από τον πνευματικό, κατά τον λόγο του Κυρίου που λέει: «λάβετε Πνεύμα Άγιον. Αν τινών αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς. Αν τινών κρατήτε, κεκράτηνται» (Ιω. 20, 23). Και σε άλλο χωρίο: «όσα εάν δήσητε επί της γης, έσται δεδεμένα εν τω ουρανώ. Και όσα εάν λύσητε επί της γης, έσται λελυμένα εν τω ουρανώ» (Ματθ. 18, 18).
Επομένως, πώς θα μπει κανείς στη βασιλεία των ουρανών, μη όντας λελυμένος στη γη από τις αμαρτίες του; Διότι η εξουσία αυτή δόθηκε μόνο στους εκλεκτούς, δηλαδή στους Αποστόλους, στους Επισκόπους και στους Ιερείς, και όχι στους λαϊκούς.


Πρέπει όλοι να έχουμε τους πνευματικούς μας και να εξομολογούμεθα τακτικά, ακόμα και εκείνοι οι οποίοι νομίζουν ότι δεν έχουν αμαρτίες. Ετσι μας διδάσκει ο άγιος Απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης: «εάν είπωμεν οτι αμαρτίαν ουκ έχομεν, εαυτούς πλανώμεν και η αλήθεια ουκ έστιν εν ημίν. εάν ομολογώμεν τας αμαρτίας ημών, πιστός έστι και δίκαιος, ίνα αφή ημίν τας αμαρτίας και καθαρίση ημάς από πάσης αδικίας» (Α’ Ίω. 1, 8-9). Και ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης δείχνει λέγοντας: «Όλοι πρέπει να μετανοήσουμε, και λαϊκοί και μοναχοί και ιερείς και αρχιερείς. Να μετανοήσουμε όλοι (να εξομολογηθούμε), για να σωθούμε». Χωρίς εξομολόγηση, κανείς δεν μπορεί να σωθεί, επειδή «πολλά γαρ πταίομεν άπαντες» (Ιακώβου 3, 2). Πας άνθρωπος συλλαμβάνεται και γεννιέται με αμαρτίες (Γεν. 8, 21˙ Ψαλ. 50, 6˙ Ματθ. 7, 11˙ Ρωμ. 3, 11). Η Αγία Γραφή μας δείχνει ότι «η δε αμαρτία γεννά τον θάνατον» (Ιακ. 1, 15) και ότι «τίποτα ακάθαρτο δεν θα εισέλθει στη βασιλεία των ουρανών». Να ενθυμούμαστε ότι «αμαρτία είναι η καταπάτηση του νόμου του Θεού και ακαθαρσία ενώπιον Του», και ότι η οργή του Κυρίου έρχεται πάνω στους κακούς και αμαρτωλούς, οι οποίοι πεθαίνουν ανεξομολόγητοι και χωρίς μετάνοια. Οι αμαρτωλοί, δι’ εξομολογήσεως και μετανοίας, στρέφουν την δίκαιη οργή του Θεού και αποκτούν την σωτηρία, των ψυχών τους…. 



http://agapienxristou.blogspot.ca/2013/10/blog-post_8.html