Τά πονήρα πνεύματα δέν γνωρίζουν τή φυσή τῆς ψυχῆς μας οὔτε μποροῦν νά εἰσχωρήσουν μέσα της. Μποροῦν, ὅμως, νά διακρίνουν ποιά εἶναι ή κατάστασή της ἀπό τά ἔργα μας, τά λόγια μας, τίς ἐνέργειές μας, τίς κλίσεις μας. Τίς σκέψεις, πού δέν ἔχουν βγεί ποτέ ἀπό τά βαθή τῆς ψυχῆς μας, εἶναι ἀδύνατο νά τίς ἀντιληφθοῦν. Ἀκόμα καί τούς πονήρους λογισμούς, πού οἱ ἴδιοι μᾶς ὑποβάλλουν, δέν γνωρίζουν ἄν τους ἀποδεχθήκαμε ἤ ὅχι. Μποροῦν μόνο νά τό συμπεράνουν, παρατηρώντας προσεκτικά ὁρισμένες ἐξωτερικές ἐκδηλώσεις ἤ σωματικές κινήσεις μας. Μᾶς προσβάλλουν, γιά παράδειγμα, μέ λογισμούς θυμοῦ καί ὀργῆς. Ἄν ή προσβολή τους πλήξει τήν καρδιά μας, τό διακρίνουν ἀπό μιά σιωπηλή ταραχή, ἀπό ἕναν ἀγανακτισμένο ἀναστεναγμό, ἀπό τή σύσπαση, τή χλωμάδα ἤ τό κοκκίνισμα τοῦ προσώπου μας. Αὐτά εἶναι τά μέσα, μέ τά ὁποῖα ἡ λεπτή νοημοσύνη τους διακρίνει ποιός ἄνθρωπος ἔχει παραδοθεῖ σ' ἕνα πάθος καί σέ ποιό ἀκριβῶς πάθος. Καί δέν εἶναι παράδοξο αὐτό, ἐφόσον τήν ἴδια δυνατότητα μπορεῖ νά ἔχει κι ἕνας ἔξυπνος ἄνθρωπος. Βλέποντας, δηλαδή, τήν ἐξωτερική ἐμφάνιση ἤ συμπεριφορά κάποιου συνανθρώπου του, μπορεῖ νά συμπεράνει μέ ἀκρίβεια τήν ἐσωτερική του κατάσταση! Πόσο, λοιπόν, περισσότερο θά μποροῦν νά τό κάνουν αὐτό οἱ δαίμονες, οἱ ὁποῖοι ὡς πνεύματα εἶναι πολύ πιό εὐαίσθητοι καί πολύ πιό ὀξυδερκεῖς ἀπό τούς ἀνθρώπους;
Tuesday, December 27, 2016
Τά πονήρα πνεύματα δέν γνωρίζουν τή φυσή τῆς ψυχῆς μας οὔτε μποροῦν νά εἰσχωρήσουν μέσα της. ( Ἀββᾶ Κασσιανοῦ )
Τά πονήρα πνεύματα δέν γνωρίζουν τή φυσή τῆς ψυχῆς μας οὔτε μποροῦν νά εἰσχωρήσουν μέσα της. Μποροῦν, ὅμως, νά διακρίνουν ποιά εἶναι ή κατάστασή της ἀπό τά ἔργα μας, τά λόγια μας, τίς ἐνέργειές μας, τίς κλίσεις μας. Τίς σκέψεις, πού δέν ἔχουν βγεί ποτέ ἀπό τά βαθή τῆς ψυχῆς μας, εἶναι ἀδύνατο νά τίς ἀντιληφθοῦν. Ἀκόμα καί τούς πονήρους λογισμούς, πού οἱ ἴδιοι μᾶς ὑποβάλλουν, δέν γνωρίζουν ἄν τους ἀποδεχθήκαμε ἤ ὅχι. Μποροῦν μόνο νά τό συμπεράνουν, παρατηρώντας προσεκτικά ὁρισμένες ἐξωτερικές ἐκδηλώσεις ἤ σωματικές κινήσεις μας. Μᾶς προσβάλλουν, γιά παράδειγμα, μέ λογισμούς θυμοῦ καί ὀργῆς. Ἄν ή προσβολή τους πλήξει τήν καρδιά μας, τό διακρίνουν ἀπό μιά σιωπηλή ταραχή, ἀπό ἕναν ἀγανακτισμένο ἀναστεναγμό, ἀπό τή σύσπαση, τή χλωμάδα ἤ τό κοκκίνισμα τοῦ προσώπου μας. Αὐτά εἶναι τά μέσα, μέ τά ὁποῖα ἡ λεπτή νοημοσύνη τους διακρίνει ποιός ἄνθρωπος ἔχει παραδοθεῖ σ' ἕνα πάθος καί σέ ποιό ἀκριβῶς πάθος. Καί δέν εἶναι παράδοξο αὐτό, ἐφόσον τήν ἴδια δυνατότητα μπορεῖ νά ἔχει κι ἕνας ἔξυπνος ἄνθρωπος. Βλέποντας, δηλαδή, τήν ἐξωτερική ἐμφάνιση ἤ συμπεριφορά κάποιου συνανθρώπου του, μπορεῖ νά συμπεράνει μέ ἀκρίβεια τήν ἐσωτερική του κατάσταση! Πόσο, λοιπόν, περισσότερο θά μποροῦν νά τό κάνουν αὐτό οἱ δαίμονες, οἱ ὁποῖοι ὡς πνεύματα εἶναι πολύ πιό εὐαίσθητοι καί πολύ πιό ὀξυδερκεῖς ἀπό τούς ἀνθρώπους;
Friday, December 23, 2016
Χριστούγεννα...οπως ξέρειησιάζουμε ξανά στην ημερομηνία των γενεθλίων μου...
Όπως θα ξέρεις, πλησιάζουμε ξανά στην ημερομηνία των γενεθλίων μου. Κάθε χρόνο γίνεται γιορτή προς τιμή μου, έτσι και φέτος.
Αυτές τις μέρες ο κόσμος κάνει πολλά ψώνια, γίνονται διαφημίσεις μέχρι και στο ράδιο, την τηλεόραση και παντού κανείς δεν μιλά για κάτι άλλο εκτός από το τι λείπει μέχρι να έρθει εκείνη η μέρα...
Είναι ευχάριστο να ξέρω ότι τουλάχιστον μία μέρα τον χρόνο κάποιοι με σκέφτονται.
Όπως θα γνωρίζεις πριν από πολλά χρόνια ξεκίνησαν να γιορτάζουν τα γενέθλιά μου. Στην αρχή φαινόντουσαν να καταλαβαίνουν και με ευχαριστούσαν γι' αυτό που έκανα για εκείνους. Όμως σήμερα κανείς δεν γνωρίζει τι γιορτάζουν.
Οι άνθρωποι συναντώνται και περνούν πολύ καλά όμως κανείς δεν ξέρει περί τίνος πρόκειται....
Θυμάμαι πέρυσι, την ημέρα των γενεθλίων που έκαναν μια μεγάλη γιορτή προς τιμή μου. Στο τραπέζι υπήρχαν τα πάντα, όλα ήταν διακοσμημένα όμορφα και υπήρχαν πολλά δώρα, αλλά ...; Ξέρεις τι;...
Ούτε που με κάλεσαν, ενώ ήμουν ο επίτιμος καλεσμένος κανείς δεν θυμήθηκε να με καλέσει. Και η γιορτή γινόταν για μένα...
Και όταν έφτασε η μεγάλη μέρα... με άφησαν απ' έξω, μου έκλεισαν την πόρτα... εγώ ήθελα να βρεθώ στο τραπέζι μαζί τους...
Η αλήθεια είναι ότι δεν εξεπλάγην γιατί τα τελευταία χρόνια όλοι μου κλείνουν την πόρτα. Μιας και δεν με κάλεσαν, σκέφτηκα να παραβρεθώ χωρίς να κάνω θόρυβο κι έτσι μπήκα και στάθηκα σε μια γωνίτσα.
Διασκέδαζαν όλοι, κάποιοι έλεγαν ιστορίες, γελούσαν, πέρναγαν πολύ καλά, μέχρι που έφτασε ένας....
Γέρος χοντρός, ντυμένος στα κόκκινα με άσπρα γένια... Και φώναζε... χο, χο, χο!, λες και είχε πιει λίγο παραπάνω...κάθισε βαριά βαριά σε μια πολυθρόνα και... Όλοι έτρεξαν καταπάνω του λέγοντας...Άγιε Βασίλη! ...λες και η γιορτή ήταν γι' αυτόν...
Ήρθαν τα μεσάνυχτα και όλοι άρχισαν να αγκαλιάζονται, άπλωσα κι εγώ τα χέρια μου ελπίζοντας πως κάποιος θα με αγκαλιάσει... Και ξέρεις; Κανείς δεν με αγκάλιασε.
Ξαφνικά άρχισαν όλοι να ανταλλάσσουν δώρα, ένας ένας τα άνοιγαν μέχρι που τελείωσαν όλα... Πλησίασα να δω μήπως παρ' ελπίδα υπήρχε κάποιο για μένα, αλλά δεν υπήρχε τίποτα...
Πώς θα αισθανόσουν αν την ημέρα των γενεθλίων σου αντάλλασσαν δώρα όλοι μεταξύ τους κι εσένα δεν σου δώριζαν τίποτα;
Τότε κατάλαβα ότι εγώ περίσσευα σε εκείνη τη γιορτή, βγήκα χωρίς να κάνω θόρυβο, έκλεισα την πόρτα κι αποσύρθηκα...
Κάθε χρόνος που περνάει είναι χειρότερα, ο κόσμος θυμάται μόνο το δείπνο, τα δώρα και τις γιορτές. Κανείς δεν θυμάται εμένα...
Θα ήθελα αυτά τα Χριστούγεννα να μου επιτρέψεις να έρθω στη ζωή σου, να αναγνωρίσεις ότι πριν από δύο χιλιάδες χρόνια ήρθα σε αυτόν τον κόσμο για να δώσω τη ζωή μου για σένα, στον σταυρό, και να σε σώσω.
Το μόνο που θέλω σήμερα είναι να το πιστέψεις με όλη σου την καρδιά ...
Θα σου πω κάτι: σκέφτηκα, μιας και πολλοί δεν με προσκαλούν στη γιορτή που κάνουν, θα κάνω τη δική μου γιορτή και θα είναι σπουδαία, όπως κανένας δεν την έχει φανταστεί, μια γιορτή πολύ μεγάλη. Ακόμη κάνω τις τελευταίες προετοιμασίες, στέλνω πολλές προσκλήσεις και σήμερα υπάρχει μία ειδικά για εσένα.
Θέλω μόνο να μου πεις αν θέλεις να βοηθήσεις, θα σου κρατήσω μια θέση και θα γράψω το όνομά σου, στη μεγάλη λίστα μου με τους καλεσμένους με κράτηση και... Θα πρέπει να μείνουν απ' έξω εκείνοι που δεν θα απαντήσουν στην πρόσκλησή μου... Ετοιμάσου γιατί όταν όλα θα είναι έτοιμα, μια μέρα που δεν θα το περιμένει κανείς, θα κάνω μια μεγάλη γιορτή...
ΧΡΙΣΤΕ,
Σ' ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΠΟΥ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕΣ
Αυτές τις μέρες ο κόσμος κάνει πολλά ψώνια, γίνονται διαφημίσεις μέχρι και στο ράδιο, την τηλεόραση και παντού κανείς δεν μιλά για κάτι άλλο εκτός από το τι λείπει μέχρι να έρθει εκείνη η μέρα...
Είναι ευχάριστο να ξέρω ότι τουλάχιστον μία μέρα τον χρόνο κάποιοι με σκέφτονται.
Όπως θα γνωρίζεις πριν από πολλά χρόνια ξεκίνησαν να γιορτάζουν τα γενέθλιά μου. Στην αρχή φαινόντουσαν να καταλαβαίνουν και με ευχαριστούσαν γι' αυτό που έκανα για εκείνους. Όμως σήμερα κανείς δεν γνωρίζει τι γιορτάζουν.
Οι άνθρωποι συναντώνται και περνούν πολύ καλά όμως κανείς δεν ξέρει περί τίνος πρόκειται....
Θυμάμαι πέρυσι, την ημέρα των γενεθλίων που έκαναν μια μεγάλη γιορτή προς τιμή μου. Στο τραπέζι υπήρχαν τα πάντα, όλα ήταν διακοσμημένα όμορφα και υπήρχαν πολλά δώρα, αλλά ...; Ξέρεις τι;...
Ούτε που με κάλεσαν, ενώ ήμουν ο επίτιμος καλεσμένος κανείς δεν θυμήθηκε να με καλέσει. Και η γιορτή γινόταν για μένα...
Και όταν έφτασε η μεγάλη μέρα... με άφησαν απ' έξω, μου έκλεισαν την πόρτα... εγώ ήθελα να βρεθώ στο τραπέζι μαζί τους...
Η αλήθεια είναι ότι δεν εξεπλάγην γιατί τα τελευταία χρόνια όλοι μου κλείνουν την πόρτα. Μιας και δεν με κάλεσαν, σκέφτηκα να παραβρεθώ χωρίς να κάνω θόρυβο κι έτσι μπήκα και στάθηκα σε μια γωνίτσα.
Διασκέδαζαν όλοι, κάποιοι έλεγαν ιστορίες, γελούσαν, πέρναγαν πολύ καλά, μέχρι που έφτασε ένας....
Γέρος χοντρός, ντυμένος στα κόκκινα με άσπρα γένια... Και φώναζε... χο, χο, χο!, λες και είχε πιει λίγο παραπάνω...κάθισε βαριά βαριά σε μια πολυθρόνα και... Όλοι έτρεξαν καταπάνω του λέγοντας...Άγιε Βασίλη! ...λες και η γιορτή ήταν γι' αυτόν...
Ήρθαν τα μεσάνυχτα και όλοι άρχισαν να αγκαλιάζονται, άπλωσα κι εγώ τα χέρια μου ελπίζοντας πως κάποιος θα με αγκαλιάσει... Και ξέρεις; Κανείς δεν με αγκάλιασε.
Ξαφνικά άρχισαν όλοι να ανταλλάσσουν δώρα, ένας ένας τα άνοιγαν μέχρι που τελείωσαν όλα... Πλησίασα να δω μήπως παρ' ελπίδα υπήρχε κάποιο για μένα, αλλά δεν υπήρχε τίποτα...
Πώς θα αισθανόσουν αν την ημέρα των γενεθλίων σου αντάλλασσαν δώρα όλοι μεταξύ τους κι εσένα δεν σου δώριζαν τίποτα;
Τότε κατάλαβα ότι εγώ περίσσευα σε εκείνη τη γιορτή, βγήκα χωρίς να κάνω θόρυβο, έκλεισα την πόρτα κι αποσύρθηκα...
Κάθε χρόνος που περνάει είναι χειρότερα, ο κόσμος θυμάται μόνο το δείπνο, τα δώρα και τις γιορτές. Κανείς δεν θυμάται εμένα...
Θα ήθελα αυτά τα Χριστούγεννα να μου επιτρέψεις να έρθω στη ζωή σου, να αναγνωρίσεις ότι πριν από δύο χιλιάδες χρόνια ήρθα σε αυτόν τον κόσμο για να δώσω τη ζωή μου για σένα, στον σταυρό, και να σε σώσω.
Το μόνο που θέλω σήμερα είναι να το πιστέψεις με όλη σου την καρδιά ...
Θα σου πω κάτι: σκέφτηκα, μιας και πολλοί δεν με προσκαλούν στη γιορτή που κάνουν, θα κάνω τη δική μου γιορτή και θα είναι σπουδαία, όπως κανένας δεν την έχει φανταστεί, μια γιορτή πολύ μεγάλη. Ακόμη κάνω τις τελευταίες προετοιμασίες, στέλνω πολλές προσκλήσεις και σήμερα υπάρχει μία ειδικά για εσένα.
Θέλω μόνο να μου πεις αν θέλεις να βοηθήσεις, θα σου κρατήσω μια θέση και θα γράψω το όνομά σου, στη μεγάλη λίστα μου με τους καλεσμένους με κράτηση και... Θα πρέπει να μείνουν απ' έξω εκείνοι που δεν θα απαντήσουν στην πρόσκλησή μου... Ετοιμάσου γιατί όταν όλα θα είναι έτοιμα, μια μέρα που δεν θα το περιμένει κανείς, θα κάνω μια μεγάλη γιορτή...
ΧΡΙΣΤΕ,
Σ' ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΠΟΥ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕΣ
Thursday, December 15, 2016
Πώς θα ζήσουμε πνευματικά τα Χριστούγεννα ( Άγιος Παΐσιος )
Ο Άγιος Παΐσιος o Αγιορείτης (ο κατά κόσμον Αρσένιος Εζνεπίδης) o Έλληνας μοναχός που με το βίο του και το έργο του ενέπνευσε τον ελληνισμό, τα λόγια του οποίου παραμένουν διαχρονικά και αποτελούν βάλσαμο σε όλους όσοι αντιμετωπίζουν προβλήματα, έχει μιλήσει και για τα Χριστούγεννα.
Τα Χριστούγεννα δεν είναι μόνο πλούσια εδέσματα και πολύχρωμα λαμπιόνα αλλά μια ευκαιρία για ενδοσκόπηση και πνευματικότητα.
Να λοιπόν τι έλεγε ο Άγιος για τα Χριστούγεννα:
«Ο Χριστός με τη μεγάλη Του αγάπη και με την μεγάλη Του αγαλλίαση που σκορπάει στις ψυχές των πιστών με όλες τις άγιες γιορτές Του, μας ανασταίνει αληθινά αφού μας ανεβάζει ψηλά πνευματικά. Αρκεί να συμμετέχουμε και να έχουμε όρεξη πνευματική να τις πανηγυρίζουμε πνευματικά. τότε τις γλεντάμε πνευματικά και μεθάμε πνευματικά από το παραδεισένιο κρασί που μας φέρνουν οι Άγιοι και μας κερνούν.
Τις γιορτές για να τις ζήσουμε, πρέπει να έχουμε τον νου μας στις άγιες ημέρες και όχι στις δουλειές που έχουμε να κάνουμε για τις άγιες ημέρες. Να σκεφτόμαστε τα γεγονότα της κάθε αγίας ημέρας και να λέμε την ευχή δοξολογώντας τον Θεό. Έτσι θα γιορτάζουμε με πολύ ευλάβεια κάθε γιορτή.
Να μελετάει και να ζει τα θεία γεγονότα συνέχεια. Όταν κανείς μελετάει τα γεγονότα της κάθε γιορτής, φυσιολογικά θα συγκινηθεί και με ιδιαίτερη ευλάβεια θα προσευχηθεί. Έπειτα στις Ακολουθίες ο νους να είναι στα γεγονότα που γιορτάζουμε και με ευλάβεια να παρακολουθούμε τα τροπάρια που ψέλνονται. Όταν ο νους είναι στα θεία νοήματα, ζει τα γεγονότα ο άνθρωπος, και έτσι αλλοιώνεται.
-Γέροντα, μετά την Αγρυπνία των Χριστουγέννων δεν κοιμόμαστε;
-Χριστούγεννα και να κοιμηθούμε! Η μητέρα μου έλεγε: «Απόψε μόνον οι Εβραίοι κοιμούνται». Βλέπεις, την νύχτα που γεννήθηκε ο Χριστός οι άρχοντες κοιμόνταν βαθιά, και οι ποιμένες «αγραυλούσαν». Φύλαγαν τα πρόβατα την νύχτα παίζοντας την φλογέρα. Κατάλαβες; Οι ποιμένες πού αγρυπνούσαν είδαν τον Χριστό.
-Πώς ήταν Γέροντα, το σπήλαιο;
-Ήταν μία σπηλιά μέσα σε έναν βράχο και είχε μία φάτνη, τίποτε άλλο δεν είχε. Εκεί πήγαινε κανένας φτωχός και άφηνε τα ζώα του. Η Παναγία με τον Ιωσήφ, επειδή όλα τα χάνια ήταν γεμάτα και δεν είχαν πού να μείνουν, κατέληξαν σε αυτό το σπήλαιο. Εκεί ήταν το γαϊδουράκι και το βοϊδάκι, που με τα χνώτα τους ζέσταναν τον Χριστό! «Ἔγνω βοῦς τον κτησάμενον και όνος την φάτνην του κυρίου αὐτοῦ», δεν λέει ο Προφήτης Ησαΐας;
-Σε ένα τροπάριο, Γέροντα, λέει ότι η Υπεραγία Θεοτόκος βλέποντας τον νεογέννητο Χριστό, «χαίρουσα ὁμοῦ καὶ δακρύουσα» ἀναρωτιόταν:… «Ἐπιδώσω σοι μαζόν, τῷ τὰ σύμπαντα τρέφοντι, ἢ υμνήσω σε, ὡς Υἱὸν καὶ Θεόν μου; ποίαν εὕρω ἐπὶ σοί προσηγορίαν;»
-Αυτά είναι τα μυστήρια του Θεού, η πολύ μεγάλη συγκατάβαση του Θεού, την οποία δεν μπορούμε εμείς να συλλάβουμε!
-Γέροντα, πώς θα μπορέσουμε να ζήσουμε το γεγονός της Γεννήσεως, ότι δηλαδή ο Χριστός «Σήμερον γεννάται εκ Παρθένου»;
-Για να ζήσουμε αυτά τα θεία γεγονότα, πρέπει ο νους να είναι στα θεία νοήματα. Τότε αλλοιώνεται ὁ άνθρωπος.
«Μέγα και παράδοξον θαύμα τετέλεσται σήμερον», ψάλλουμε. Άμα ο νους μας είναι εκεί, στο «παράδοξον», τότε θα ζήσουμε και το μεγάλο μυστήριο της Γεννήσεως του Χριστού.
Εγώ θα εύχομαι η καρδιά σας να γίνη Αγία Φάτνη και το Πανάγιο Βρέφος της Βηθλεέμ να σας δώση όλες τις ευλογίες Του.
Monday, December 12, 2016
Γιατί έχουμε στενοχώρια ( Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς )
Χωρίς Χριστό αχριστεύεσαι και
αχρηστεύεσαι!
Όσο λιγότερη πίστη έχουμε, τόσο περισσότερη είναι ή στεναχώρια μας.
Μια από τις σπουδαιότερες ωφέλειες της πίστης είναι η απελευθέρωση του άνθρωπου από τις πολλές στεναχώριες. Όσο το παιδί γνωρίζει πώς υπάρχει ό πατέρας, πού φροντίζει για το σπίτι και για oλες τις δουλειές του σπιτιού, κάθε στεναχώρια του τελειώνει γρήγορα με τραγούδι. Μόλις όμως χαθεί αυτή ή αίσθηση, σωπαίνει το τραγούδι! Τότε το παιδί αισθάνεται ορφανό και μόνο, περιτριγυρισμένο από στεναχώριες, αισθάνεται περιτριγυρισμένο από ένα σμήνος σφίγγες.
Όσο περισσότερο ό άνθρωπος προσπαθεί μόνος του, με τις δικές του δυνάμεις να «ξεφορτώσει» τις στεναχώριες του, τόσο περισσότερο μπερδεύεται στα δίχτυα τους.
Ή χαρά σβήνει, τα μαλλιά ασπρίζουν, το σώμα «εξατμίζεται», ό θυμός μαζεύεται, μέχρι πού ό άνθρωπος καταλήγει σαν μία τσάντα ξηρού δέρματος γεμάτη θυμό, σκυμμένη πάνω από τον τάφο.
Για ποιό λόγο έχετε τόσες στεναχώριες;
Αυτό είναι το ερώτημα, πού θέτει ο Σωτήρας στην ανθρωπότητα πού είναι ταραγμένη και διαμελισμένη σε κομμάτια από τις πολλές στεναχώριες.
-Ποιος από σας μπορεί με το άγχος του να προσθέσει έναν πήχη στο ανάστημα του; (Ματθ. 6, 27).
-Για ποιό λόγο έχετε τόσες στεναχώριες; Ενδέχεται αύριο το πρωί ό ήλιος να μην ανατείλει;
Εκείνος πού φροντίζει να ανατείλει αύριο το πρωί ό ήλιος στη συγκεκριμένη ώρα και στο συγκεκριμένο δευτερόλεπτο, θα φροντίσει όλες τις δικές σας μικρές στεναχώριες.
Ό Επίκτητος, ό στωικός φιλόσοφος, λέει: πώς ό άνθρωπος πού δεν είναι σοφός, κατηγορεί τούς άλλους ανθρώπους, όταν δεν πηγαίνουν τα πράγματα όπως πρέπει.
Εκείνος πού αρχίζει να κατακτά τη σοφία, συνεχίζει, κατηγορεί τον εαυτό του. Ό σοφός όμως είναι άνθρωπος πού δεν κατηγορεί ούτε τον εαυτό του, ούτε τούς άλλους ανθρώπους. «Σοφός άνθρωπος», σύμφωνα με τον φιλόσοφο, «είναι εκείνος ό όποιος πλήρως παραδόθηκε στα χέρια του Οικουμενικού Νου».
Ό Ησαΐας εξηγεί σαφέστερα την ανθρώπινη πορεία:
«Ιδού οι δουλεύοντές μοι άγαλλιάσονται εν ευφροσύνη, υμείς δε κεκράξεσθε διά τον πόνον της καρδίας υμών και από συντριβής πνεύματος υμών ολολύξετε» (Ησαΐας ΞΕ’, 14).
Δηλαδή: -Κοιτάξτε οι δούλοι μου θα υμνούν από τη χαρά πού θα έχουν στην καρδιά και εσείς (πού εγκαταλείψατε τον Κύριο), θα κραυγάζετε από τη λύπη πού θα έχετε στην καρδιά και θα θρηνείτε από την συντριβή του πνεύματος σας.
Δούλος του Κυρίου, σύμφωνα με τον προφήτη Ησαΐα, είναι εκείνος πού υπακούει στο θέλημα του Κυρίου χωρίς να γογγύζει, χωρίς να στεναχωριέται και χωρίς να φοβάται.
Μέ τόν Νικητή, κι ὁ χαμένος νικᾶ!
Τον ωραιότερο λόγο λέει ό Κύριος Ιησούς:
-Μάρθα, Μάρθα ασχολείσαι κι αγωνιάς για τόσα πολλά πράγματα, ενώ ένα μόνο χρειάζεσαι.
-Ποιό είναι αυτό το ένα πού χρειάζομαι;
-Πίστη ότι ό Πατέρας ζει.
Πώς Αυτός φροντίζει τα πάντα για τον καθένα.
Πώς ό γιός (ό άνθρωπος) δεν μπορεί να καταφέρει τίποτε από μόνος τον.
Γιατί λοιπόν κάθε στεναχώρια σας δεν γίνεται τραγούδι;
Γιατί, αν πράγματι πιστεύετε στον Αληθινό, Άγρυπνο Πατέρα, τότε θα καταλάβετε πώς όλες οι κοσμικές στεναχώριες σας είναι παράλογες και ανόητες.
Με τις ατέλειωτες στεναχώριες σας το μόνο πού κάνετε είναι να αποδεικνύετε την απιστία σας στο Θεό.
Αν ισχυρίζεστε oτι πιστεύετε στο Θεό και πάλι τρικλίζετε στα σκοτεινά από το φορτίο της στεναχώριας σας, τότε ή πίστη σας είναι λίγη.
Ή απιστία σας δείχνει καθώς νομίζετε, ότι ό Οικοδεσπότης δεν μπορεί ή δεν θέλει ή δεν ξέρει να φροντίσει το σπίτι Του και αφήνει την φροντίδα του σπιτιού του στους δούλους Του. Με ποιό τρόπο οι δούλοι θα σώσουν το σπίτι, αν δεν μπορεί να το σώσει ό Οικοδεσπότης;
Πιθανόν θα θελήσετε να με διορθώσετε και θα πείτε: τα παιδιά και όχι οι δούλοι. Όμως αληθινά παιδιά είναι μόνον όσα αφήνουν όλες τις στεναχώριες τους, όλη τους τη θέληση, όλες τους τις σκέψεις, όλη τους την καρδιά στον Πατέρα και υπακούν με αμεριμνησία στη θέληση Του. Όλοι οι υπόλοιποι είναι δούλοι χωρίς ίχνος σοφίας, γιατί δεν μπορεί να ονομαστεί σοφός αυτός πού δεν αισθάνεται την παρουσία του ουράνιου Πατέρα. Όλοι οι υπόλοιποι πού δεν υπακούν στο θέλημα του Κυρίου, βρίσκονται στο σκοτάδι και είναι γεμάτοι στεναχώριες.
Ἡ πίστη εἶναι ἡ ἀδιαπέραστη ὀμπρέλλα στήν βροχή κάθε δυσκολίας!
Ή πίστη είναι ένα χέρι δροσιάς και ανακούφισης πού απλώνεται στους κατοίκους της κόλασης. Όλα τα υπόλοιπα εκτός από αυτό το χέρι είναι πυρακτωμένη φωτιά. Οι άμυαλοι άνθρωποι φορτώνοντας τον εαυτό τους με στεναχώριες χύνουν λιωμένο σίδηρο σε λιωμένο μόλυβδο. Με τη φλόγα όμως δεν σβήνεται ή φλόγα. Γιατί οι στεναχώριες είναι σαν να καίγεσαι πάνω σε λιωμένο μέταλλο. Μόνο ή πίστη μπορεί να σβήσει αυτή τη φωτιά.
Μεγάλη πίστη-μικρές στεναχώριες.
Τέλεια πίστη-τέλεια αμεριμνησία.
Τέλεια πίστη-τέλεια χαρά.
-Να αισθάνεστε χαρά και αγαλλίαση. (Ματθ. 5, 12)
-Σας τα είπα αυτά, ώστε ή χαρά ή δική μου να είναι μέσα σας κι η χαρά σας να είναι ολοκληρωμένη (Ίωάν. 15, 11).
Ό Μωυσής ακολουθούσε τον Θεό όπως το παιδί τον πατέρα. Το ίδιο και ό Αβραάμ και ό Ισαάκ και ό Ιακώβ. Το ίδιο και ό Σαμουήλ και ό Δαβίδ. Θυμηθείτε πότε δυσκολεύονταν ό Μωυσής και ό Δαβίδ. Δυσκολεύονταν τότε πού έχαναν την εμπιστοσύνη τους στον Κύριο και «φορτώνονταν» ατέλειωτες στεναχώριες, βασιζόμενοι στον εαυτό τους και στις δυνάμεις τους. Και ό Ιησούς; Δεν ήταν το τελειότερο παιδί πού είχε πλήρη αφοσίωση, υπακοή και εμπιστοσύνη στον Πατέρα;
Το Ευαγγέλιο του Χριστού είναι χαρά και όχι λύπη! Ανακούφιση και όχι στεναχώρια.
ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ, ΚΟΙΜΗΣΟΝ ΤΑ ΠΑΘΗ ΜΑΣ
Ένα γραμμάριο πίστης αξίζει περισσότερο από ένα ολόκληρο φορτίο με στεναχώριες!
Ό χριστιανός πού δεν το συνειδητοποίησε αυτό και δεν το αποδέχτηκε, είναι βαπτισμένος μόνο με νερό και όχι με Άγιο Πνεύμα.
Ό ιερέας πού δεν το αντιλήφθηκε και δεν το υιοθέτησε ως αρχή «κατρακυλά» σαν πέτρα από βουνό, γιατί αυτός είναι πού πρέπει να στηρίζει, να ενθαρρύνει άλλους ανθρώπους να σηκωθούν.
Ή ευλογία του Θεού, ή ειρήνη, ή υγεία ακολουθούν τον δούλο του Χριστού πού έχει τη δύναμη να φωνάξει με όλη την ψυχή του: -Αληθινά, περισσότερα καταφέρνει κανείς με την πίστη παρά με την στεναχώρια!
«Την πάσαν ελπίδα μου, εις σε άνατίθημι, Μήτερ τον Θεού, φύλαξαν με υπό την σκέπην σου».
Όσο λιγότερη πίστη έχουμε, τόσο περισσότερη είναι ή στεναχώρια μας.
Μια από τις σπουδαιότερες ωφέλειες της πίστης είναι η απελευθέρωση του άνθρωπου από τις πολλές στεναχώριες. Όσο το παιδί γνωρίζει πώς υπάρχει ό πατέρας, πού φροντίζει για το σπίτι και για oλες τις δουλειές του σπιτιού, κάθε στεναχώρια του τελειώνει γρήγορα με τραγούδι. Μόλις όμως χαθεί αυτή ή αίσθηση, σωπαίνει το τραγούδι! Τότε το παιδί αισθάνεται ορφανό και μόνο, περιτριγυρισμένο από στεναχώριες, αισθάνεται περιτριγυρισμένο από ένα σμήνος σφίγγες.
Όσο περισσότερο ό άνθρωπος προσπαθεί μόνος του, με τις δικές του δυνάμεις να «ξεφορτώσει» τις στεναχώριες του, τόσο περισσότερο μπερδεύεται στα δίχτυα τους.
Ή χαρά σβήνει, τα μαλλιά ασπρίζουν, το σώμα «εξατμίζεται», ό θυμός μαζεύεται, μέχρι πού ό άνθρωπος καταλήγει σαν μία τσάντα ξηρού δέρματος γεμάτη θυμό, σκυμμένη πάνω από τον τάφο.
Για ποιό λόγο έχετε τόσες στεναχώριες;
Αυτό είναι το ερώτημα, πού θέτει ο Σωτήρας στην ανθρωπότητα πού είναι ταραγμένη και διαμελισμένη σε κομμάτια από τις πολλές στεναχώριες.
-Ποιος από σας μπορεί με το άγχος του να προσθέσει έναν πήχη στο ανάστημα του; (Ματθ. 6, 27).
-Για ποιό λόγο έχετε τόσες στεναχώριες; Ενδέχεται αύριο το πρωί ό ήλιος να μην ανατείλει;
Εκείνος πού φροντίζει να ανατείλει αύριο το πρωί ό ήλιος στη συγκεκριμένη ώρα και στο συγκεκριμένο δευτερόλεπτο, θα φροντίσει όλες τις δικές σας μικρές στεναχώριες.
Ό Επίκτητος, ό στωικός φιλόσοφος, λέει: πώς ό άνθρωπος πού δεν είναι σοφός, κατηγορεί τούς άλλους ανθρώπους, όταν δεν πηγαίνουν τα πράγματα όπως πρέπει.
Εκείνος πού αρχίζει να κατακτά τη σοφία, συνεχίζει, κατηγορεί τον εαυτό του. Ό σοφός όμως είναι άνθρωπος πού δεν κατηγορεί ούτε τον εαυτό του, ούτε τούς άλλους ανθρώπους. «Σοφός άνθρωπος», σύμφωνα με τον φιλόσοφο, «είναι εκείνος ό όποιος πλήρως παραδόθηκε στα χέρια του Οικουμενικού Νου».
Ό Ησαΐας εξηγεί σαφέστερα την ανθρώπινη πορεία:
«Ιδού οι δουλεύοντές μοι άγαλλιάσονται εν ευφροσύνη, υμείς δε κεκράξεσθε διά τον πόνον της καρδίας υμών και από συντριβής πνεύματος υμών ολολύξετε» (Ησαΐας ΞΕ’, 14).
Δηλαδή: -Κοιτάξτε οι δούλοι μου θα υμνούν από τη χαρά πού θα έχουν στην καρδιά και εσείς (πού εγκαταλείψατε τον Κύριο), θα κραυγάζετε από τη λύπη πού θα έχετε στην καρδιά και θα θρηνείτε από την συντριβή του πνεύματος σας.
Δούλος του Κυρίου, σύμφωνα με τον προφήτη Ησαΐα, είναι εκείνος πού υπακούει στο θέλημα του Κυρίου χωρίς να γογγύζει, χωρίς να στεναχωριέται και χωρίς να φοβάται.
Μέ τόν Νικητή, κι ὁ χαμένος νικᾶ!
Τον ωραιότερο λόγο λέει ό Κύριος Ιησούς:
-Μάρθα, Μάρθα ασχολείσαι κι αγωνιάς για τόσα πολλά πράγματα, ενώ ένα μόνο χρειάζεσαι.
-Ποιό είναι αυτό το ένα πού χρειάζομαι;
-Πίστη ότι ό Πατέρας ζει.
Πώς Αυτός φροντίζει τα πάντα για τον καθένα.
Πώς ό γιός (ό άνθρωπος) δεν μπορεί να καταφέρει τίποτε από μόνος τον.
Γιατί λοιπόν κάθε στεναχώρια σας δεν γίνεται τραγούδι;
Γιατί, αν πράγματι πιστεύετε στον Αληθινό, Άγρυπνο Πατέρα, τότε θα καταλάβετε πώς όλες οι κοσμικές στεναχώριες σας είναι παράλογες και ανόητες.
Με τις ατέλειωτες στεναχώριες σας το μόνο πού κάνετε είναι να αποδεικνύετε την απιστία σας στο Θεό.
Αν ισχυρίζεστε oτι πιστεύετε στο Θεό και πάλι τρικλίζετε στα σκοτεινά από το φορτίο της στεναχώριας σας, τότε ή πίστη σας είναι λίγη.
Ή απιστία σας δείχνει καθώς νομίζετε, ότι ό Οικοδεσπότης δεν μπορεί ή δεν θέλει ή δεν ξέρει να φροντίσει το σπίτι Του και αφήνει την φροντίδα του σπιτιού του στους δούλους Του. Με ποιό τρόπο οι δούλοι θα σώσουν το σπίτι, αν δεν μπορεί να το σώσει ό Οικοδεσπότης;
Πιθανόν θα θελήσετε να με διορθώσετε και θα πείτε: τα παιδιά και όχι οι δούλοι. Όμως αληθινά παιδιά είναι μόνον όσα αφήνουν όλες τις στεναχώριες τους, όλη τους τη θέληση, όλες τους τις σκέψεις, όλη τους την καρδιά στον Πατέρα και υπακούν με αμεριμνησία στη θέληση Του. Όλοι οι υπόλοιποι είναι δούλοι χωρίς ίχνος σοφίας, γιατί δεν μπορεί να ονομαστεί σοφός αυτός πού δεν αισθάνεται την παρουσία του ουράνιου Πατέρα. Όλοι οι υπόλοιποι πού δεν υπακούν στο θέλημα του Κυρίου, βρίσκονται στο σκοτάδι και είναι γεμάτοι στεναχώριες.
Ἡ πίστη εἶναι ἡ ἀδιαπέραστη ὀμπρέλλα στήν βροχή κάθε δυσκολίας!
Ή πίστη είναι ένα χέρι δροσιάς και ανακούφισης πού απλώνεται στους κατοίκους της κόλασης. Όλα τα υπόλοιπα εκτός από αυτό το χέρι είναι πυρακτωμένη φωτιά. Οι άμυαλοι άνθρωποι φορτώνοντας τον εαυτό τους με στεναχώριες χύνουν λιωμένο σίδηρο σε λιωμένο μόλυβδο. Με τη φλόγα όμως δεν σβήνεται ή φλόγα. Γιατί οι στεναχώριες είναι σαν να καίγεσαι πάνω σε λιωμένο μέταλλο. Μόνο ή πίστη μπορεί να σβήσει αυτή τη φωτιά.
Μεγάλη πίστη-μικρές στεναχώριες.
Τέλεια πίστη-τέλεια αμεριμνησία.
Τέλεια πίστη-τέλεια χαρά.
-Να αισθάνεστε χαρά και αγαλλίαση. (Ματθ. 5, 12)
-Σας τα είπα αυτά, ώστε ή χαρά ή δική μου να είναι μέσα σας κι η χαρά σας να είναι ολοκληρωμένη (Ίωάν. 15, 11).
Ό Μωυσής ακολουθούσε τον Θεό όπως το παιδί τον πατέρα. Το ίδιο και ό Αβραάμ και ό Ισαάκ και ό Ιακώβ. Το ίδιο και ό Σαμουήλ και ό Δαβίδ. Θυμηθείτε πότε δυσκολεύονταν ό Μωυσής και ό Δαβίδ. Δυσκολεύονταν τότε πού έχαναν την εμπιστοσύνη τους στον Κύριο και «φορτώνονταν» ατέλειωτες στεναχώριες, βασιζόμενοι στον εαυτό τους και στις δυνάμεις τους. Και ό Ιησούς; Δεν ήταν το τελειότερο παιδί πού είχε πλήρη αφοσίωση, υπακοή και εμπιστοσύνη στον Πατέρα;
Το Ευαγγέλιο του Χριστού είναι χαρά και όχι λύπη! Ανακούφιση και όχι στεναχώρια.
ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΕ, ΚΟΙΜΗΣΟΝ ΤΑ ΠΑΘΗ ΜΑΣ
Ένα γραμμάριο πίστης αξίζει περισσότερο από ένα ολόκληρο φορτίο με στεναχώριες!
Ό χριστιανός πού δεν το συνειδητοποίησε αυτό και δεν το αποδέχτηκε, είναι βαπτισμένος μόνο με νερό και όχι με Άγιο Πνεύμα.
Ό ιερέας πού δεν το αντιλήφθηκε και δεν το υιοθέτησε ως αρχή «κατρακυλά» σαν πέτρα από βουνό, γιατί αυτός είναι πού πρέπει να στηρίζει, να ενθαρρύνει άλλους ανθρώπους να σηκωθούν.
Ή ευλογία του Θεού, ή ειρήνη, ή υγεία ακολουθούν τον δούλο του Χριστού πού έχει τη δύναμη να φωνάξει με όλη την ψυχή του: -Αληθινά, περισσότερα καταφέρνει κανείς με την πίστη παρά με την στεναχώρια!
«Την πάσαν ελπίδα μου, εις σε άνατίθημι, Μήτερ τον Θεού, φύλαξαν με υπό την σκέπην σου».
Monday, December 5, 2016
Ερμηνεία του «Κύριε ελέησον»
Και αυτό το μικρό κείμενο, που πραγματεύεται με χαριτωμένη απλότητα για την μονολόγιστη ευχή, παραδίδεται από τους συλλέκτες των πατερικών κειμένων της Φιλοκαλίας ανωνύμως και μέσα από τις προθέσεις τους να γνωσθεί και να καλλιεργείται από τον λαόν του Θεού η γλυκύτατη νοερά προσευχή. Για να θεμελιώσει δε την αναγκαιότητα της εκζητήσεως του θείου ελέους, ο συντάκτης του μικρού αυτού δοκιμίου ανατρέχει στην εποχή των Αποστόλων, που παρέδωσαν την ευχή, συμφώνως και προς άλλους διδασκάλους της νοεράς προσευχής. Παρ' ότι περιέχει απόψεις κοινές πλέον, γύρω από την ευχή του Ιησού, όμως, στην απλότητα του, οικοδομεί, πείθει, κατανύσσει με την ιδιαίτερη χάρη του, οπότε και με αυτό επιτυγχάνεται ο σκοπός των εκδοτών της Φιλοκαλίας, ώστε να δικαιούται να ενσωματωθεί σ' αυτή.
Το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», και συντομότερα «Κύριε ελέησον», από τον καιρό των Αποστόλων χαρίστηκε στους Χριστιανούς και ορίστηκε να το λένε ακατάπαυστα, όπως και το λένε. Τι σημαίνει όμως τούτο το «Κύριε ελέησον», είναι πολύ λίγοι σήμερα που το ξέρουν, κι έτσι φωνάζουν καθημερινά ανωφελώς, αλλοίμονο, και ματαίως το «Κύριε ελέησον», και το έλεος του Κυρίου δεν το λαβαίνουν γιατί δεν ξέρουν τι ζητούν. Γι' αυτό πρέπει να ξέρομε πως ο Υιός και Λόγος του Θεού, αφότου σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος και υπέμεινε τόσα πάθη και σταυρώθηκε και χύνοντας το πανάγιο αίμα Του εξαγόρασε τον άνθρωπο από τα χέρια του διαβόλου, από τότε έγινε Κύριος και εξουσιαστής της ανθρώπινης φύσεως. Και προτού βέβαια σαρκωθεί ήταν Κύριος όλων των κτισμάτων, ορατών και αοράτων, ως δημιουργός και ποιητής τους, όμως των ανθρώπων και των δαιμόνων που δε θέλησαν από μόνοι τους να τον έχουν Κύριο και εξουσιαστή τους, δεν ήταν και Αυτός Κύριος τους, ο Κύριος όλου του κόσμου. Ο πανάγαθος Θεός δηλαδή, και τους Αγγέλους και τους ανθρώπους τους έκανε αυτεξούσιους και τους χάρισε το λογικό, να έχουν γνώση και διάκριση• γι' αυτό, ως δίκαιος που είναι και αληθινός, δε θέλησε να τους αφαιρέσει το αυτεξούσιο και να τους εξουσιάζει με τη βία και χωρίς τη θέλησή τους. Αλλά εκείνους που θέλουν να είναι κάτω από την εξουσία και διακυβέρνησή Του, εκείνους ο Θεός και τους εξουσιάζει και τους κυβερνά• εκείνους πάλι που δε θέλουν, τους αφήνει να κάνουν το θέλημα τους, ως αυτεξούσιοι που είναι. Για τούτο και τον Αδάμ που πλανήθηκε από τον αποστάτη διάβολο κι έγινε κι αυτός αποστάτης του Θεού και δε θέλησε να υπακούσει στην εντολή Του, τον άφησε ο Θεός στο αυτεξούσιό του και δε θέλησε να τον εξουσιάζει τυραννικά.
Αλλά ο φθονερός διάβολος που τον πλάνησε εξαρχής, δεν έπαψε κι έπειτα να τον πλανά, ώσπου τον έκανε παρόμοιο στην αλογία με τα κτήνη τα ανόητα και ζούσε πλέον σαν ζώο άλογο και ανόητο. Μα ο πολυέλεος Θεός τον σπλαχνίστηκε τελικά κι έτσι χαμήλωσε τους ουρανούς και κατέβηκε στη γη1 κι έγινε άνθρωπος για τον άνθρωπο• και με το πανάχραντο αίμα Του τον λύτρωσε από τη δουλεία της αμαρτίας και δια μέσου του ιερού Ευαγγελίου τον οδήγησε πως να ζει θεάρεστα. Και, κατά τον Θεολόγο Ιωάννη, μας έδωσε εξουσία να γίνομε τέκνα Θεού2 και με το θειο βάπτισμα μας αναγέννησε και μας ανέπλασε και με τα άχραντά Του μυστήρια τρέφει καθημερινά την ψυχή μας και τη ζωογονεί. Και μ' ένα λόγο, με την άκρα Του σοφία βρήκε τον τρόπο να μένει πάντοτε αχώριστος μ' εμάς κι εμείς με Αυτόν, για να μην έχει πλέον καθόλου τόπο σ' εμάς ο διάβολος. Ορισμένοι όμως από τους Χριστιανούς, ύστερα από τόσες χάριτες που αξιώθηκαν και υστέρα από τόσες ευεργεσίες που έλαβαν από τον Δεσπότη Χριστό, πλανήθηκαν πάλι από το διάβολο και εξαιτίας του κόσμου και της σάρκας ξεμάκρυναν από το Θεό και κατακυριεύονται από την αμαρτία και από το διάβολο κάνοντας τα θελήματά του. Όμως δεν είναι τελείως αναίσθητοι ώστε να μην αισθάνονται το κακό που έπαθαν. Καταλαβαίνουν το σφάλμα τους και γνωρίζουν την υποδούλωσή τους, αλλά δεν μπορούν αυτοί μόνοι τους να γλυτώσουν και γι' αυτό προστρέχουν στο Θεό και φωνάζουν το «Κύριε ελέησον» για να τους ευσπλαχνιστεί ο πολυέλεος Κύριος και να τους ελεήσει, να τους δεχτεί σαν τον άσωτο υιό3 και να τους δώσει πάλι τη θεία χάρη Του και μέσω αυτής να γλυτώσουν από τη δουλεία της αμαρτίας, ν' απομακρυνθούν από τους δαίμονες και να λάβουν πάλι την ελευθερία τους, για να μπορέσουν με τον τρόπο αυτό να ζήσουν θεάρεστα και να φυλάξουν τις εντολές του Θεού. Αυτοί λοιπόν οι Χριστιανοί που, όπως είπαμε, με τέτοιο σκοπό φωνάζουν το «Κύριε ελέησον», αυτοί θα επιτύχουν εξάπαντος και το έλεος του πανάγαθου Θεού και θα λάβουν τη χάρη Του να ελευθερωθούν από τη δουλεία της αμαρτίας και να σωθούν. Εκείνοι όμως που δεν έχουν είδηση από αυτά που είπαμε, μήτε γνωρίζουν τη συμφορά τους που είναι καταδουλωμένοι στα θελήματα της σάρκας και στα κοσμικά πράγματα, μήτε έχουν ευκαιρία να συλλογιστούν την υποδούλωση τους, αλλά χωρίς τέτοιο σκοπό φωνάζουν μόνο το «Κύριε ελέησον», περισσότερο από συνήθεια, αυτοί πως είναι δυνατό να λάβουν το έλεος του Θεού; Και μάλιστα τέτοιο θαυμάσιο και άπειρο έλεος; Γιατί είναι καλύτερα να μη λάβουν το έλεος του Θεού, παρά να το λάβουν και πάλι να το χάσουν, επειδή τότε είναι διπλό το φταίξιμο τους. Άλλωστε, αν κανείς δώσει κανένα πετράδι πολύτιμο στα χέρια μικρού παιδιού ή κανενός αγροίκου άνθρωπου που να μην ξέρει τι αξίζει, και αυτοί το πάρουν στα χέρια τους και το χάσουν, είναι φανερό πως δεν το έχασαν εκείνοι αλλά αυτός που τους το έδωσε.
Και για να καταλάβεις καλύτερα τα λεγόμενα, συλλογίσου πως στον κόσμο τούτο εκείνος που είναι άπορος και φτωχός και θέλει να πάρει ελεημοσύνη από κάποιο πλούσιο, πηγαίνει και του λέει «ελέησον με», δηλαδή «λυπήσου με για τη φτώχεια μου και δος μου τα αναγκαία». Και πάλι, εκείνος που έχει χρέος και θέλει να του το χαρίσει ο δανειστής του, πηγαίνει και του λέει «ελέησόν με», δηλαδή «λυπήσου με για την ανέχειά μου και χάρισέ μου αυτό που σου χρωστώ». Όμοια και ο φταίχτης, θέλοντας να τον συγχωρήσει εκείνος στον οποίο έφταιξε, πηγαίνει και του λέει «ελέησόν με», δηλαδή «συγχώρεσέ με για ό,τι σου έκανα». Από την άλλη μεριά, ο αμαρτωλός φωνάζει στο Θεό το «Κύριε ελέησον» και δεν ξέρει μήτε τι λέει, μήτε γιατί το λέει, αλλά μήτε τι είναι το έλεος του Θεού που τον παρακαλεί να του το δώσει, μήτε σε τι τον συμφέρει το έλεος που ζητά, και μόνο από συνήθεια φωνάζει «Κύριε ελέησον», χωρίς να ξέρει τίποτε. Πως λοιπόν να του δώσει ο Θεός το έλεός Του, αφού αυτός, καθώς δεν το ξέρει, το καταφρονεί και πάλι το χάνει σύντομα και αμαρτάνει περισσότερο; Το έλεος του Θεού δεν είναι άλλο, παρά η χάρη του Παναγίου Πνεύματος, την οποία πρέπει να ζητούμε από το Θεό εμείς οι αμαρτωλοί και να φωνάζομε ακατάπαυστα το «Κύριε ελέησον», δηλαδή «λυπήσου με, Κύριε μου, τον αμαρτωλό, στην ελεεινή κατάσταση που βρίσκομαι, και δέξου με πάλι στη χάρη Σου δος μου πνεύμα δυνάμεως, για να με δυναμώσει ν' αντισταθώ στους πειρασμούς του διαβόλου και στην κακή συνήθεια της αμαρτίας• δος μου πνεύμα σωφρονισμού, για να σωφρονιστώ, να έρθω σε αίσθηση του εαυτού μου και να διορθωθώ δος μου πνεύμα φόβου, για να σε φοβούμαι και να φυλάγω τις εντολές Σου δος μου πνεύμα αγάπης για να σε αγαπώ και να μην απομακρύνομαι πλέον από κοντά Σου δος μου πνεύμα ειρήνης, για να φυλάγει την ψυχή μου ειρηνική και να συγκεντρώνω όλους μου τους λογισμούς και να είμαι ήσυχος και ατάραχος δος μου πνεύμα καθαρότητας, για να με φυλάγει καθαρό από κάθε μολυσμό δος μου πνεύμα πραότητας, για να είμαι ήμερος στους αδελφούς μου Χριστιανούς και να απέχω από το θυμό• δος μου πνεύμα ταπεινοφροσύνης, για να μη φαντάζομαι τα υψηλά και υπερηφανεύομαι».
Εκείνος λοιπόν που γνωρίζει την ανάγκη που έχει από όλα αυτά και τα ζητά από τον πολυέλεο Θεό, φωνάζοντας το «Κύριε ελέησον», αυτός βεβαιότατα θα λάβει εκείνο που ζητά και θα επιτύχει το έλεος και τη θεία χάρη του Κυρίου. Όποιος όμως δεν ξέρει τίποτε από αυτά που είπαμε, αλλά από συνήθεια μόνο φωνάζει το «Κύριε ελέησον», αυτός δεν είναι δυνατό να λάβει ποτέ το έλεος του Θεού γιατί και πρωτύτερα έλαβε πολλές χάριτες από το Θεό μα δεν τις αναγνώρισε, μήτε ευχαρίστησε το Θεό που του τις έδωσε. Αυτός έλαβε το έλεος του Θεού όταν πλάστηκε κι έγινε άνθρωπος έλαβε το έλεος του Θεού όταν αναπλάστηκε με το άγιο βάπτισμα κι έγινε ορθόδοξος Χριστιανός έλαβε το έλεος του Θεού όταν γλύτωσε από τόσους κινδύνους ψυχικούς και σωματικούς που δοκίμασε στη ζωή του• έλαβε το έλεος του Θεού τόσες φορές που αξιώθηκε να κοινωνήσει τα άχραντα μυστήρια• έλαβε το έλεος του Θεού όσες φορές αμάρτησε στο Θεό και τον πίκρανε με τις αμαρτίες του και δεν εξολοθρεύτηκε, μήτε τιμωρήθηκε παιδαγωγικά όπως του έπρεπε* έλαβε το έλεος του Θεού όταν με διάφορους τρόπους ευεργετήθηκε από το Θεό και δεν το αναγνώρισε, αλλά όλα τα λησμόνησε και δε φρόντισε καθόλου για τη σωτηρία του. Αυτός λοιπόν ο Χριστιανός πως να λάβει το έλεος του Θεού χωρίς να το αισθάνεται και χωρίς να γνωρίζει πως δέχεται τέτοια χάρη από το Θεό, καθώς είπαμε, μήτε να ξέρει τι λέει, αλλά να φωνάζει μόνο το «Κύριε ελέησον» χωρίς κανένα στόχο και σκοπό, εκτός από μόνη τη συνήθεια;
ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ Τόμος Ε'
Το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», και συντομότερα «Κύριε ελέησον», από τον καιρό των Αποστόλων χαρίστηκε στους Χριστιανούς και ορίστηκε να το λένε ακατάπαυστα, όπως και το λένε. Τι σημαίνει όμως τούτο το «Κύριε ελέησον», είναι πολύ λίγοι σήμερα που το ξέρουν, κι έτσι φωνάζουν καθημερινά ανωφελώς, αλλοίμονο, και ματαίως το «Κύριε ελέησον», και το έλεος του Κυρίου δεν το λαβαίνουν γιατί δεν ξέρουν τι ζητούν. Γι' αυτό πρέπει να ξέρομε πως ο Υιός και Λόγος του Θεού, αφότου σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος και υπέμεινε τόσα πάθη και σταυρώθηκε και χύνοντας το πανάγιο αίμα Του εξαγόρασε τον άνθρωπο από τα χέρια του διαβόλου, από τότε έγινε Κύριος και εξουσιαστής της ανθρώπινης φύσεως. Και προτού βέβαια σαρκωθεί ήταν Κύριος όλων των κτισμάτων, ορατών και αοράτων, ως δημιουργός και ποιητής τους, όμως των ανθρώπων και των δαιμόνων που δε θέλησαν από μόνοι τους να τον έχουν Κύριο και εξουσιαστή τους, δεν ήταν και Αυτός Κύριος τους, ο Κύριος όλου του κόσμου. Ο πανάγαθος Θεός δηλαδή, και τους Αγγέλους και τους ανθρώπους τους έκανε αυτεξούσιους και τους χάρισε το λογικό, να έχουν γνώση και διάκριση• γι' αυτό, ως δίκαιος που είναι και αληθινός, δε θέλησε να τους αφαιρέσει το αυτεξούσιο και να τους εξουσιάζει με τη βία και χωρίς τη θέλησή τους. Αλλά εκείνους που θέλουν να είναι κάτω από την εξουσία και διακυβέρνησή Του, εκείνους ο Θεός και τους εξουσιάζει και τους κυβερνά• εκείνους πάλι που δε θέλουν, τους αφήνει να κάνουν το θέλημα τους, ως αυτεξούσιοι που είναι. Για τούτο και τον Αδάμ που πλανήθηκε από τον αποστάτη διάβολο κι έγινε κι αυτός αποστάτης του Θεού και δε θέλησε να υπακούσει στην εντολή Του, τον άφησε ο Θεός στο αυτεξούσιό του και δε θέλησε να τον εξουσιάζει τυραννικά.
Αλλά ο φθονερός διάβολος που τον πλάνησε εξαρχής, δεν έπαψε κι έπειτα να τον πλανά, ώσπου τον έκανε παρόμοιο στην αλογία με τα κτήνη τα ανόητα και ζούσε πλέον σαν ζώο άλογο και ανόητο. Μα ο πολυέλεος Θεός τον σπλαχνίστηκε τελικά κι έτσι χαμήλωσε τους ουρανούς και κατέβηκε στη γη1 κι έγινε άνθρωπος για τον άνθρωπο• και με το πανάχραντο αίμα Του τον λύτρωσε από τη δουλεία της αμαρτίας και δια μέσου του ιερού Ευαγγελίου τον οδήγησε πως να ζει θεάρεστα. Και, κατά τον Θεολόγο Ιωάννη, μας έδωσε εξουσία να γίνομε τέκνα Θεού2 και με το θειο βάπτισμα μας αναγέννησε και μας ανέπλασε και με τα άχραντά Του μυστήρια τρέφει καθημερινά την ψυχή μας και τη ζωογονεί. Και μ' ένα λόγο, με την άκρα Του σοφία βρήκε τον τρόπο να μένει πάντοτε αχώριστος μ' εμάς κι εμείς με Αυτόν, για να μην έχει πλέον καθόλου τόπο σ' εμάς ο διάβολος. Ορισμένοι όμως από τους Χριστιανούς, ύστερα από τόσες χάριτες που αξιώθηκαν και υστέρα από τόσες ευεργεσίες που έλαβαν από τον Δεσπότη Χριστό, πλανήθηκαν πάλι από το διάβολο και εξαιτίας του κόσμου και της σάρκας ξεμάκρυναν από το Θεό και κατακυριεύονται από την αμαρτία και από το διάβολο κάνοντας τα θελήματά του. Όμως δεν είναι τελείως αναίσθητοι ώστε να μην αισθάνονται το κακό που έπαθαν. Καταλαβαίνουν το σφάλμα τους και γνωρίζουν την υποδούλωσή τους, αλλά δεν μπορούν αυτοί μόνοι τους να γλυτώσουν και γι' αυτό προστρέχουν στο Θεό και φωνάζουν το «Κύριε ελέησον» για να τους ευσπλαχνιστεί ο πολυέλεος Κύριος και να τους ελεήσει, να τους δεχτεί σαν τον άσωτο υιό3 και να τους δώσει πάλι τη θεία χάρη Του και μέσω αυτής να γλυτώσουν από τη δουλεία της αμαρτίας, ν' απομακρυνθούν από τους δαίμονες και να λάβουν πάλι την ελευθερία τους, για να μπορέσουν με τον τρόπο αυτό να ζήσουν θεάρεστα και να φυλάξουν τις εντολές του Θεού. Αυτοί λοιπόν οι Χριστιανοί που, όπως είπαμε, με τέτοιο σκοπό φωνάζουν το «Κύριε ελέησον», αυτοί θα επιτύχουν εξάπαντος και το έλεος του πανάγαθου Θεού και θα λάβουν τη χάρη Του να ελευθερωθούν από τη δουλεία της αμαρτίας και να σωθούν. Εκείνοι όμως που δεν έχουν είδηση από αυτά που είπαμε, μήτε γνωρίζουν τη συμφορά τους που είναι καταδουλωμένοι στα θελήματα της σάρκας και στα κοσμικά πράγματα, μήτε έχουν ευκαιρία να συλλογιστούν την υποδούλωση τους, αλλά χωρίς τέτοιο σκοπό φωνάζουν μόνο το «Κύριε ελέησον», περισσότερο από συνήθεια, αυτοί πως είναι δυνατό να λάβουν το έλεος του Θεού; Και μάλιστα τέτοιο θαυμάσιο και άπειρο έλεος; Γιατί είναι καλύτερα να μη λάβουν το έλεος του Θεού, παρά να το λάβουν και πάλι να το χάσουν, επειδή τότε είναι διπλό το φταίξιμο τους. Άλλωστε, αν κανείς δώσει κανένα πετράδι πολύτιμο στα χέρια μικρού παιδιού ή κανενός αγροίκου άνθρωπου που να μην ξέρει τι αξίζει, και αυτοί το πάρουν στα χέρια τους και το χάσουν, είναι φανερό πως δεν το έχασαν εκείνοι αλλά αυτός που τους το έδωσε.
Και για να καταλάβεις καλύτερα τα λεγόμενα, συλλογίσου πως στον κόσμο τούτο εκείνος που είναι άπορος και φτωχός και θέλει να πάρει ελεημοσύνη από κάποιο πλούσιο, πηγαίνει και του λέει «ελέησον με», δηλαδή «λυπήσου με για τη φτώχεια μου και δος μου τα αναγκαία». Και πάλι, εκείνος που έχει χρέος και θέλει να του το χαρίσει ο δανειστής του, πηγαίνει και του λέει «ελέησόν με», δηλαδή «λυπήσου με για την ανέχειά μου και χάρισέ μου αυτό που σου χρωστώ». Όμοια και ο φταίχτης, θέλοντας να τον συγχωρήσει εκείνος στον οποίο έφταιξε, πηγαίνει και του λέει «ελέησόν με», δηλαδή «συγχώρεσέ με για ό,τι σου έκανα». Από την άλλη μεριά, ο αμαρτωλός φωνάζει στο Θεό το «Κύριε ελέησον» και δεν ξέρει μήτε τι λέει, μήτε γιατί το λέει, αλλά μήτε τι είναι το έλεος του Θεού που τον παρακαλεί να του το δώσει, μήτε σε τι τον συμφέρει το έλεος που ζητά, και μόνο από συνήθεια φωνάζει «Κύριε ελέησον», χωρίς να ξέρει τίποτε. Πως λοιπόν να του δώσει ο Θεός το έλεός Του, αφού αυτός, καθώς δεν το ξέρει, το καταφρονεί και πάλι το χάνει σύντομα και αμαρτάνει περισσότερο; Το έλεος του Θεού δεν είναι άλλο, παρά η χάρη του Παναγίου Πνεύματος, την οποία πρέπει να ζητούμε από το Θεό εμείς οι αμαρτωλοί και να φωνάζομε ακατάπαυστα το «Κύριε ελέησον», δηλαδή «λυπήσου με, Κύριε μου, τον αμαρτωλό, στην ελεεινή κατάσταση που βρίσκομαι, και δέξου με πάλι στη χάρη Σου δος μου πνεύμα δυνάμεως, για να με δυναμώσει ν' αντισταθώ στους πειρασμούς του διαβόλου και στην κακή συνήθεια της αμαρτίας• δος μου πνεύμα σωφρονισμού, για να σωφρονιστώ, να έρθω σε αίσθηση του εαυτού μου και να διορθωθώ δος μου πνεύμα φόβου, για να σε φοβούμαι και να φυλάγω τις εντολές Σου δος μου πνεύμα αγάπης για να σε αγαπώ και να μην απομακρύνομαι πλέον από κοντά Σου δος μου πνεύμα ειρήνης, για να φυλάγει την ψυχή μου ειρηνική και να συγκεντρώνω όλους μου τους λογισμούς και να είμαι ήσυχος και ατάραχος δος μου πνεύμα καθαρότητας, για να με φυλάγει καθαρό από κάθε μολυσμό δος μου πνεύμα πραότητας, για να είμαι ήμερος στους αδελφούς μου Χριστιανούς και να απέχω από το θυμό• δος μου πνεύμα ταπεινοφροσύνης, για να μη φαντάζομαι τα υψηλά και υπερηφανεύομαι».
Εκείνος λοιπόν που γνωρίζει την ανάγκη που έχει από όλα αυτά και τα ζητά από τον πολυέλεο Θεό, φωνάζοντας το «Κύριε ελέησον», αυτός βεβαιότατα θα λάβει εκείνο που ζητά και θα επιτύχει το έλεος και τη θεία χάρη του Κυρίου. Όποιος όμως δεν ξέρει τίποτε από αυτά που είπαμε, αλλά από συνήθεια μόνο φωνάζει το «Κύριε ελέησον», αυτός δεν είναι δυνατό να λάβει ποτέ το έλεος του Θεού γιατί και πρωτύτερα έλαβε πολλές χάριτες από το Θεό μα δεν τις αναγνώρισε, μήτε ευχαρίστησε το Θεό που του τις έδωσε. Αυτός έλαβε το έλεος του Θεού όταν πλάστηκε κι έγινε άνθρωπος έλαβε το έλεος του Θεού όταν αναπλάστηκε με το άγιο βάπτισμα κι έγινε ορθόδοξος Χριστιανός έλαβε το έλεος του Θεού όταν γλύτωσε από τόσους κινδύνους ψυχικούς και σωματικούς που δοκίμασε στη ζωή του• έλαβε το έλεος του Θεού τόσες φορές που αξιώθηκε να κοινωνήσει τα άχραντα μυστήρια• έλαβε το έλεος του Θεού όσες φορές αμάρτησε στο Θεό και τον πίκρανε με τις αμαρτίες του και δεν εξολοθρεύτηκε, μήτε τιμωρήθηκε παιδαγωγικά όπως του έπρεπε* έλαβε το έλεος του Θεού όταν με διάφορους τρόπους ευεργετήθηκε από το Θεό και δεν το αναγνώρισε, αλλά όλα τα λησμόνησε και δε φρόντισε καθόλου για τη σωτηρία του. Αυτός λοιπόν ο Χριστιανός πως να λάβει το έλεος του Θεού χωρίς να το αισθάνεται και χωρίς να γνωρίζει πως δέχεται τέτοια χάρη από το Θεό, καθώς είπαμε, μήτε να ξέρει τι λέει, αλλά να φωνάζει μόνο το «Κύριε ελέησον» χωρίς κανένα στόχο και σκοπό, εκτός από μόνη τη συνήθεια;
ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ Τόμος Ε'
Wednesday, November 30, 2016
Παιδί μου, στην κόλαση θα πάνε και οι τεμπέληδες, όχι μόνο οι αμαρτωλοί .. ( Παπα - Τύχων Αγιορείτης )
Παπα - Τύχων Αγιορείτης
Ο Γέροντας παπα-Τύχων την λέξη «ευλόγησον» την χρησιμοποιούσε πάντα και με τις πολλές καλογερικές έννοιες, όπως το «ευλογείτε» ή «ευλόγησον», όταν ζητούσε ταπεινά την ευλογία του άλλου, και μετά θα έδινε και αυτός την ευλογία του με την ευχή «Ο Κύριος να σε ευλόγηση».
Μετά από τον συνηθισμένο χαιρετισμό οδηγούσε τους επισκέπτες στο Ναό και έψαλλαν μαζί το Σώσον, Κύριε, τον λαόν σου και το Άξιον εστίν και, εάν ήταν καλός καιρός, έβγαιναν έξω, κάτω από την ελιά, και καθόταν μαζί τους πέντε λεπτά, μετά σηκωνόταν με χαρά και έλεγε:
- Εγώ τώρα κεράσματα.
Έβγαζε νερό από την στέρνα και γέμιζε ένα κύπελλο για τον επισκέπτη, έβαζε και στο δικό του τενεκάκι (κονσερβοκούτι, πού το χρησιμοποιούσε και για μπρίκι) και έψαχνε μετά να βρή κανένα λουκούμι, άλλοτε κατάξηρο και άλλοτε μυρμηγκοφαγωμένο, το όποιο, επειδή ήταν ευλογία του Παπα-Τύχωνα, δεν προξενούσε αηδία.
Αφού τα ετοίμαζε, έκανε τον Σταυρό του ο Γέροντας, έπαιρνε το νερό και έλεγε: «Πρώτα εγώ. Ευλογείτε!» και περίμενε να του πή ο επισκέπτης την ευχή «Ο Κύριος να σε ευλόγηση», αλλιώς δεν έπινε νερό. Μετά θα έδινε και αυτός την ευχή του.
Την ευχή από τους άλλους την αισθανόταν ως ανάγκη, όχι μόνο από τους Ιερωμένους ή Μοναχούς αλλά ακόμη και από τους λαϊκούς, μικρούς και μεγάλους στην ηλικία.
Μετά από το κέρασμα περίμενε να ιδή εάν έχουν κανένα θέμα. Όταν έβλεπε ότι είναι αργόσχολος άνθρωπος και ήρθε μόνο για να πέραση την ώρα του, τότε του έλεγε:
- Παιδί μου, στην κόλαση θα πάνε και οι τεμπέληδες, όχι μόνο οι αμαρτωλοί.
Εάν παρέμενε και δεν έφευγε, τον άφηνε ο Γέροντας και έμπαινε στο Ναό και προσευχόταν, και έτσι ο επισκέπτης αναγκαζόταν να φύγη. Όταν πάλι ήθελε να εκμεταλλευθή κανείς την απλότητα του Γέροντα, για να εξυπηρέτηση τον άλφα ή βήτα σκοπό του, το καταλάβαινε με την θεία του φώτιση και του έλεγε:
- Παιδί μου, εγώ Ελληνικά δεν ξέρω. Πήγαινε σε κανέναν Έλληνα, για να συνεννοηθής καλά.
Φυσικά, δεν λυπόταν ποτέ τον κόπο ούτε τον χρόνο, όταν έβλεπε πνευματικά ενδιαφέροντα στους ανθρώπους. Ενώ με το στόμα συμβούλευε, με την καρδιά και τον νου προσευχόταν.
Η προσευχή του ήταν πια αυτοενέργητη, καρδιακή. Οι άνθρωποι, πού τον πλησίαζαν, το αισθάνονταν αυτό, γιατί έφευγαν πολύ δυναμωμένοι. Και ο Γέροντας τους ευλογούσε μέχρι να κρυφτούν πια.
Παπα - Τύχων Αγιορείτης
Sunday, November 27, 2016
Σὲ κάθε πρᾶγμα ποὺ κάνεις, νὰ πιστεύεις ὅτι ὁ Θεὸς βλέπει κάθε σκέψη σου ( Ἀββᾶς Ἡσαΐας ὁ Ἀναχωρητής )
Θυμήσου τὸν Θεὸ ὅτι εἶναι παρὼν καὶ σὲ προσέχει, καὶ ὅ,τι ἔχεις στὴν καρδιά σου, εἶναι φανερὸ μπροστά Του. Πὲς λοιπὸν στὴν ψυχήν σου. Ἂν φοβᾶσαι ὅμοιούς σου ἀνθρώπους ἁμαρτωλοὺς νὰ μὴ δοῦν τὶς ἁμαρτίες σου, πόσον μᾶλλον τὸν Θεὸ ποὺ τὰ βλέπει ὅλα; Καὶ ἀπὸ αὐτὸ φανερώνεται ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ στὴν ψυχήν σου.
Καὶ ἂν μείνεις μαζί του μένεις ἀκίνητος ὡς πρὸς τὰ πάθη, ὅπως εἶναι γραμμένο «ὅσοι στηρίζονται στὸν Κύριον εἶναι σὰν τὸ Ὄρος Σιών, δὲν θὰ σαλευθεῖ στὸν αἰῶνα ὅποιος κατοικεῖ στὴν Ἱερουσαλήμ.» Καὶ σὲ κάθε πρᾶγμα ποὺ κάνεις, νὰ πιστεύεις ὅτι ὁ Θεὸς βλέπει κάθε σκέψη σου, καὶ δὲν θὰ ἁμαρτήσεις ποτέ. Σ᾿ Αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.
Ἀββᾶς Ἡσαΐας ὁ Ἀναχωρητής
Καὶ ἂν μείνεις μαζί του μένεις ἀκίνητος ὡς πρὸς τὰ πάθη, ὅπως εἶναι γραμμένο «ὅσοι στηρίζονται στὸν Κύριον εἶναι σὰν τὸ Ὄρος Σιών, δὲν θὰ σαλευθεῖ στὸν αἰῶνα ὅποιος κατοικεῖ στὴν Ἱερουσαλήμ.» Καὶ σὲ κάθε πρᾶγμα ποὺ κάνεις, νὰ πιστεύεις ὅτι ὁ Θεὸς βλέπει κάθε σκέψη σου, καὶ δὲν θὰ ἁμαρτήσεις ποτέ. Σ᾿ Αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.
Ἀββᾶς Ἡσαΐας ὁ Ἀναχωρητής
Thursday, November 24, 2016
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος - Τα άγρια θηρία των παθών
Πρέπει να φροντίζουμε
για την διόρθωσι των παθών.
Για σκεφθήτε τι άσχημο
πράγμα είναι να βλέπη κανείς
το σπίτι του σε κακή
κατάστασι και τους τοίχους έτοιμους να πέσουν,
και αντί να το
διορθώση, κάθεται και κατασκευάζει αυλές και προαύλια.
Ή να είναι άρρωστο το
σώμα και αντί να φροντίζη γι’ αυτό,
κάθεται και υφαίνει
χρυσά φορέματα.
Έτσι γίνεται τώρα.
Ενώ η ψυχή μας βρίσκεται
σε κακή και αθλία κατάστασι,
ενώ κυριεύεται από τον
θυμό, από την κακολογία, από αισχρές επιθυμίες,
από επίδειξι και
κενοδοξία, από ατίθασες και επαναστατικές κινήσεις,
ενώ σύρεται στο χώμα
και σπαράζεται από τόσα θηρία,
αντί να κοιτάξουμε να
την απαλλάξουμε από τα πάθη,
ασχολούμεθα με
σωματικές ανέσεις και καλλωπισμούς.
Όταν μία αρκούδα ξεφύγη από εκεί που την
φυλάνε και γυρίζη ελεύθερη στους δρόμους, κλείνουμε τα σπίτια μας και βαδίζουμε
από στενά δρομάκια για να μη πέσουμε επάνω σ’ αυτό το θηρίο. Και τώρα που όχι
ένα θηρίο, αλλά πολλά σπαράζουν τον ψυχικό μας κόσμο ούτε είδησι
παίρνουμε. Για την ασφάλεια της πόλεως φροντίζουμε πολύ και κλείνουμε τα
θηρία σε απόμερα μέρη και σε σιδερένια κλουβιά. Και τα φυλάμε όχι κοντά στην
Βουλή ούτε στα δικαστήρια ούτε στα ανάκτορα, αλλά πολύ μακρυά. Απ’ εναντίας
όμως στην ψυχή μας όπου υπάρχουν κάποια άλλη βουλή και κάποια άλλα ανάκτορα και
δικαστήρια, αφίνουμε τα θηρία να ανεβαίνουν μέχρι τον νου, δηλαδή τον θρόνο τον
βασιλικό, και να ωρύωνται και να θορυβούν. Αυτή είναι η αιτία που όλα
γίνονται άνω-κάτω και όλα γεμίζουν από ταραχή και τα εσωτερικά και τα
εξωτερικά, και καθόλου δεν διαφέρουμε από πόλι που την αναστήλωσε βαρβαρική
επιδρομή. Και ομοιάζει η κατάστασις σαν να επετέθη ένας δράκοντας σε φωλιά με
νεοσσούς, και οι νεοσσοί με φωνές τρόμου πετούν κατατρομαγμένοι εδώ κι’ εκεί μη
ξέροντας πως να απαλλαγούν από την αγωνία τους. Γι’ αυτό σας παρακαλώ, ας
φονεύσουμε τον δράκοντα, ας δεσμεύσουμε τα θηρία, ας τα πνίξουμε, ας τα
σφάξουμε. Κάθε πονηρία που υπάρχει μέσα στο νου μας ας την εξοντώσουμε με την
«μάχαιραν του Πνεύματος». Έχουμε ν’ αντιμετωπίσουμε κι’ εμείς λέοντες που
έχουν φοβερά δόντια και όποιος πέσει σ’ αυτά τον κομματιάζουν. Τέτοιοι λέοντες
είναι ο θυμός, η σαρκική επιθυμία… Κοίταξε λοιπόν να ομοιάσης με τον προφήτη
Δανιήλ και μη επιτρέψης σ’ αυτά τα πάθη να εμπήξουν τα δόντια τους μέσα στην
ψυχή σου. Μερικά άγρια θηρία, όταν είναι εύσωμα και καλοθρεμμένα, νικούν
τους αντιπάλους των. Όταν όμως τα υποβάλη κανείς σε πείνα και τα αδυνατήση,
τους εκοίμισε το θυμό και τους αφήρεσε την δύναμι, ώστε και ένας ασήμαντος
αντίπαλος να τα βάζη μαζί τους. Έτσι ακριβώς συμβαίνει και με τα πάθη της
ψυχής. Όποιος τα αδυνατίζει, τα καθιστά υποχείρια στο λογικό. Όποιος τα
καλοτρέφει, καθιστά την πάλη μαζί τους δυσκολώτερη, με αποτέλεσμα να τα τρέμη
και να καταντήση δούλος των για πάντα. Κάποιος σοφός έλεγε: «Η αμαρτία
ξεκινά από την υπερηφάνεια». Δηλαδή η υπερηφάνεια είναι ρίζα και πηγή και
μητέρα της αμαρτίας. Εξ αιτίας αυτής ο πρωτόπλαστος έχασε την μακαρία
εκείνη ζωή στον παράδεισο, και ο διάβολος που τον εξηπάτησε, έχασε το τόσο
υψηλό αξίωμά του. Γνωρίζοντας ο ακάθαρτος διάβολος ότι η υπερηφάνεια μπορεί και
από τον ουρανό να γκρεμίζη, την σκέφθηκε ενώ επιχειρούσε να ρίξη κάτω τον Αδάμ
από την τιμημένη θέσι του. Αφού τον «εφούσκωσε» με την υπόσχεσι πως θα γίνη
ίσος με τον Θεόν, τον συνέτριψε και τον κατέβασε στα βάραθρα του
άδη. Τίποτε δεν αποξενώνει από την φιλανθρωπία του Θεού και τίποτε δεν
παραδίνει στην φωτιά της κολάσεως, όσο το τυραννικό πάθος της υπερηφάνειας.
Όταν υπάρχη μέσα μας αυτή, όλη η ζωή μας είναι ακάθαρτη, έστω και αν διαθέτουμε
καθαρότητα ή παρθενία ή νηστεία ή ευχές ή ελεημοσύνη ή ο,τιδήποτε άλλο. Διότι,
όπως λέγει η Γραφή, «είναι ακάθαρτος στα μάτια του Κυρίου κάθε υψηλοκάρδιος»
(Παροιμ. ιστ’, 5). Όχι μόνο η πορνεία ή η μοιχεία μολύνει τους ανθρώπους,
αλλά και η υπερηφάνεια και μάλιστα πολύ περισσότερο από αυτές. Γιατί; Διότι η
ανηθικότης αν και είναι ασυγχώρητο κακό, άλλ’ όμως ξεκινά από την αιτία της
επιθυμίας. Στην αλαζονεία όμως δεν μπορείς να βρης κάποια αιτία ή κάποια
πρόφασι, ώστε να έχης κάποιο ίχνος δικαιολογίας και συγγνώμης. Τίποτε άλλο δεν
είναι αυτή, παρά διαστρέβλωσις της ψυχής και αρρώστεια βαρύτατη που δεν
γεννάται από τίποτε άλλο παρά από την ανοησία. Δεν υπάρχει πιο ανόητο πράγμα
στον κόσμο από τον αλαζονικό άνθρωπο. Οι δόξες και οι λαμπρότητες του κόσμου
είναι ασταθείς. Τίποτε δεν διαφέρουν τα λαμπρά πράγματα του κόσμου από τις
θεατρικές παραστάσεις και από την ομορφιά των ανοιξιάτικων λουλουδιών. Πριν
ακόμα εμφανισθούν, αναχωρούν. Αλλά και αν παραμείνουν λίγο καιρό, αμέσως
υποκύπτουν στην φθορά. Αλήθεια, ποιο πράγμα είναι πιο μηδαμινό, από την
τιμή και την δόξα που προέρχεται από τους ανθρώπους; Ποιος είναι ο καρπός της;
Ποια η ωφέλειά της; Σε ποιο χρήσιμο αποτέλεσμα καταλήγει; Και είθε να ήταν
μόνο αυτό το άσχημο! Αλλά τώρα, εκτός του ότι δεν προσφέρει κέρδος, προξενεί
και ζημίες. Όποιος υπακούει σ’ αυτήν την τόσο σκληρή και άσχημη
«δέσποινα», είναι υποχρεούμενος να υποφέρη συνεχώς πολλά λυπηρά και επιβλαβή
πράγματα. Είναι πράγματι «δέσποινα» σε όσους την έχουν και όσο πιο πολύ
κολακεύεται από τους δούλους της, τόσο περισσότερο σηκώνει το ανάστημά της και
τους βασανίζει με σκληρότερες διαταγές. Αντιθέτως, αυτούς που την περιφρονούν
και την απορρίπτουν, δεν μπορεί καθόλου να τους αντισταθή.
Είναι δηλαδή χειρότερη
και από κάθε τύραννο και από κάθε θηρίο.
Διότι ο τύραννος και τα
θηρία, αν τους καλοπιάση και τους θωπεύση κανείς,
πολλές φορές ημερεύουν,
ενώ αυτή όσο
περισσότερο πάμε με τα νερά της, τόσο πιο πολύ αγριεύει.
Και όταν βρη κάποιον
που υποτάσσεται σε όλα,
τίποτε δεν διστάζει να
τον διατάξη.
Έχει και κάποια
σύμμαχο, που δεν σφάλλουμε αν την ονομάσουμε θυγατέρα της.
Δηλαδή, όταν τραφή και
αυξηθή και ριζώση καλά μέσα μας,
γεννά την «απόνοιαν»,
που όχι λιγώτερο από
την ίδια
καταστρέφει και
κατακρημνίζει την ψυχή τού ανθρώπου.
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Tuesday, November 15, 2016
Το σπίτι του Αγίου Εφραίμ στα Τρίκαλα 631 ετών και άνω
Αφιερωμένο στους Τρικαλινούς!! Το σπίτι του Αγίου Εφραίμ στα Τρίκαλα 631 ετών και άνω δίπλα στον Ληθαίο στην Λάκμωνος. Εύχομαι ο Άγιος να προστατεύει πάντα την γενέτειρα πατρίδα του. Όμορφη πόλη όμορφοι άνθρωποι με δυνατή πίστη να είστε καλά. Επιθυμία μου είναι σε αυτό το σπίτι να μεριμνήσουν οι αρμόδιοι να χτιστεί η εκκλησία του ως ευλογία της πόλης σας που έγινε και δικιά μου πόλη!!!
https://www.youtube.com/watch?v=cxkpSWNZthY
Labels:
video,
Αγίου Εφραίμ
Sunday, November 13, 2016
Διήγημα φοβερόν εκ του Γεροντικού ...
Διηγήσατο ἡμῖν ὁ Ἀββᾶς Παφνούτιος, ὄτι: ὅταν ἤμην νεώτερος ἡσύχαζον πλησίον τοῦ Ἀββᾶ Ἀπολλῶ· ὅταν ἦλθεν ἡ Κυριακὴ τῶν Βαΐων ἐπῆγον εἰς τὸν Γέροντα λίαν πρωῒ καὶ ἀσπασάμενος αὐτὸν καὶ εὐλογηθείς, ἐκάθισα πλησίον του, καὶ παρεκάλουν αὐτόν, ὅπως δεχθῇ με νὰ κατοικήσω μετ᾿ αὐτοῦ διότι καθ᾿ ὅλην τὴν ἁγίαν Τεσσαρακαστὴν μόνος μου κατοικῶν, πολὺ ἐπολεμήθην ἀπὸ τὸν δαίμονα τῆς πορνείας, ἀλλ᾿ ὁ Γέρων δὲν συγκατετίθετο. Παραμείνας μέχρι τῆς ἕκτης ὥρας (μεσημβρίας) ὡς ἀνεχώρησα κατερχόμενος τοῦ Ὄρους, εἰς τὸν δρόμον συνήντησα τὸν ὑπηρέτην αὐτοῦ τοῦ Γέροντος, πηγαίνοντα εἰς αὐτόν, κτυπῶντα τὸ πρόσωπόν του καὶ μαδῶντα τὰς τρίχας τοῦ γενείου του, καὶ ἰδόντος με παρεβιάσατο νὰ ἐπανέλθω εἰς τὸν Γέροντα· ὡς δὲ ὑπήγομεν, προσπεσὼν ἐδιηγήθη πρὸς αὐτὸν λέγων· Περιπατοῦντες μετὰ τοῦ μικροτέρου ἀδελφοῦ μου, ἐπεράσαμεν ἀπὸ τὸν τάφον τοῦ Ὑπάτου, μὴ γνωρίζοντες ὅτι κανεὶς δὲν ἠμπορεῖ νὰ περάσῃ τὴν νύκτα ἀπὸ αὐτὸν τὸν δρόμον. Ἐνῷ περιεπάτουμεν, ἐξ αἴφνης φαντασία δαιμονικὴ ἐλθοῦσα ἐκ τοῦ μνήματος, ἥρπασέ μου τὸν ἀδελφόν. Ὡς ἤκουσε τοῦτο ὁ Γέρων, βοήσας πρὸς τὸν Θεὸν εἶπε· Κύριε ὁ Θεὸς τῶν Δυνάμεων, παρακαλῶ σε βοήθησόν με. Καὶ προσευχηθεὶς ὁ Γέρων, λαβὼν καὶ ἐμὲ μαζί του ἐπηγαίνομεν.
Περιπατήσαντες οὖν ἀπὸ ἐνάτης ὥρας τῆς ἡμέρας καὶ δι᾿ ὅλης τῆς νυκτός, περὶ τὰ χαράγματα τῆς ἡμέρας, ἐφθάσαμεν εἰς τὸν τόπον ἐν ᾧ ἡρπάγη ὁ ἀνθρωιτος. Πρασευχηθέντες ἐπὶ ὥραν πολλήν, ἐξεκίνησεν ὁ Γέρων νὰ πηγαίνῃ πρὸς τὸν τάφον τοῦ Ὑπάτου, ἀκολουθοῦντες καὶ ἡμεῖς αὐτόν. Πλησιαζόντων ἡμῶν εἰς τὸν τάφον, φοβεραί τινες καὶ καταπληκτικαὶ φαντασίαι ἐγίνοντο, μορφαὶ διάφοροι καὶ ἐξηλλαγμέναι ἐφαίνοντο, ἀνθρώπων, κτηνῶν, δρακόντων καὶ θηρίων πυῤῥοειδῶν καὶ καπνῶν ἐρευγομένων, περικυκλωσάντων ἡμᾶς καὶ ἐγγίζοντα ἡμῖν καὶ βλεπόμενα καὶ ἀκουόμενα καὶ ἐφαπτόμενα ὡς καὶ τῇ πνοῇ ἡμᾶς συνέχεσθαι. Ὁ δὲ Γέρων καὶ ἑαυτὸν καὶ ἡμᾶς τῇ σφραγῖδι τοῦ Σταυροῦ σημειωσάμενος, καὶ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπικαλούμενος, καὶ ἡμᾶς προστάξαντος νὰ λέγωμεν τὴν ἀρχὴν τοῦ ἑξηκοστοῦ ἑβδόμου ψαλμοῦ «Ἀναστήτω ὁ Θεός, καὶ διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ, καὶ φυγέτωσαν ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ οἱ μισοῦντες αὐτόν· ὡς ἐκλείπει καπνὸς ἐκλιπέτωσαν, ὡς τήκεται κηρὸς ἀπὸ προσώπου πυρός...» ἐπροχώρει ἐμπρὸς πλησιέστερον τοῦ τάφου γενόμενος. Ὅσον δὲ ἐπλησίαζε τοσοῦτον καὶ αἱ δαιμονικαὶ φαντασίαι φοβερώτεραι ἐγένοντο.
Σεισμὸς καὶ κλόνος συνεχὴς ἐγένετο τοῦ ἐδάφους, καὶ μέγα χάσμα ἠνοίχθη ἔμπροσθεν ἡμῶν, ὥστε καὶ τὴν ἄβυσσον νὰ βλέπωμεν καὶ δράκοντας ἐξ αὐτῆς ἀνερχομένους καὶ ἡμᾶς ἐκφοβίζοντας, ὡς τοὺς ὀδόντας αὐτῶν τρίζοντας καὶ φλόγας πυρὸς ἐξακοντίζοντας. Ὁ δὲ Γέρων τὰ γόνατα κλίνας καὶ τὸν νοῦν καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς πρὸς οὐρανὸν ὑψώσας, καὶ μὲ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ τὸ ὄνομα ἑαυτὸν καθοπλίσας, εἰς τὸ σπηλαιῶδες κτίσμα εἰσῆλθεν ἐν ᾧ ἡ λάρναξ ἔκειτο· καὶ πάλιν μὲ τὸ σημεῖον τοῦ Σταυροῦ σημειωθείς, ἐρευνῶν εὗρε τὸν ἀδελφὸν τοῦ διακονητοῦ (τοῦ ὑπηρετοῦντος αὐτῷ) ἡμιθανῆ ὑπάρχοντα, μηδόλως τρίχας ἔχοντα, οὔτε εἰς τὴν κεφαλήν, οὔτε εἰς τὸ γένειον, οὔτε εἰς τὰ βλέφαρα, οὐδὲ εἰς τοὺς ὀφθαλμούς. Καὶ ἀποστείλας τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ εἰς τὸ πλησίον χωρίον νὰ φέρῃ ἔλαιον, καὶ προσευχηθείς, ἔχρισε τὸν ἡμιθανῆ τοῦτον ὑπάρχοντα ἀπὸ κορυφῆς ἕως τῶν ὀνύχων, καὶ τῷ τύπῳ τοῦ τιμίου Σταυροῦ σφραγισάμενος αὐτόν, ὑγιῆ τελείως ἀποκατέστησεν.
Εἶχε δὲ ἡ λάρναξ ταύτην τὴν ἐπιγραφήν, Σωματοθήκη Ὑπάτου τοῦ ἀνεψιοῦ Διοκλητιανοῦ τοῦ Βασιλέως, τοῦ κατὰ παντὸς τόπου τοὺς τοῦ ἐσταυρωμένου ὑπασπιστὰς βασανίσαντος. Ἀναγνοὺς ὁ Γέρων τὴν ἐπιγραφὴν ἤρξατο θνηνεῖν καὶ λέγειν ποῦ νῦν τῆς ὑπατείας ἡ λαμπρὰ περιβολή; ποῦ οἱ κρότοι καὶ αἱ πανηγύρεις; πάντα ἐξηφανίσθη· πάντα παρέδραμε καὶ ὡς σκιὰ καὶ καπνὸς διελύθησαν. Εὐλογητὸς καὶ δεδοξασμένος εἷς μόνον, ὁ Κύριος ἡμῶν καὶ Θεός, οὗ ἡ βασιλεία, βασιλεία πάντων τῶν αἰώνων, καὶ ἡ Δεσποτεία αὐτοῦ ἐν πάσῃ γενεᾷ καὶ γενεᾷ.
Ἔγιναν δὲ ταῦτα, γνωστὰ εἰς ὅλα τὰ περίχωρα, καὶ ἐφεξῆς πάντες διήρχοντο ἀφόβως ἐκ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης καὶ τὴν ἡμέραν καὶ τὴν νύκτα δοξάζοντες τὸν πανάγαθον Θεόν, καὶ τὸν αὐτοῦ δοῦλον Ἀββᾶν Ἀπολλώ, ὅστις ἀποφεύγων τὴν τῶν ἀνθρώπων τιμὴν καταλιπὼν τὸ κελλίον του μετῴκησεν εἰς Θηβαΐδα, οὗ ταῖς πρεσβείαις ῥύσαιτο καὶ ἡμᾶς ὁ Κύριος τῶν δαιμονικῶν φαντασιῶν. Ἀμήν.
Περιπατήσαντες οὖν ἀπὸ ἐνάτης ὥρας τῆς ἡμέρας καὶ δι᾿ ὅλης τῆς νυκτός, περὶ τὰ χαράγματα τῆς ἡμέρας, ἐφθάσαμεν εἰς τὸν τόπον ἐν ᾧ ἡρπάγη ὁ ἀνθρωιτος. Πρασευχηθέντες ἐπὶ ὥραν πολλήν, ἐξεκίνησεν ὁ Γέρων νὰ πηγαίνῃ πρὸς τὸν τάφον τοῦ Ὑπάτου, ἀκολουθοῦντες καὶ ἡμεῖς αὐτόν. Πλησιαζόντων ἡμῶν εἰς τὸν τάφον, φοβεραί τινες καὶ καταπληκτικαὶ φαντασίαι ἐγίνοντο, μορφαὶ διάφοροι καὶ ἐξηλλαγμέναι ἐφαίνοντο, ἀνθρώπων, κτηνῶν, δρακόντων καὶ θηρίων πυῤῥοειδῶν καὶ καπνῶν ἐρευγομένων, περικυκλωσάντων ἡμᾶς καὶ ἐγγίζοντα ἡμῖν καὶ βλεπόμενα καὶ ἀκουόμενα καὶ ἐφαπτόμενα ὡς καὶ τῇ πνοῇ ἡμᾶς συνέχεσθαι. Ὁ δὲ Γέρων καὶ ἑαυτὸν καὶ ἡμᾶς τῇ σφραγῖδι τοῦ Σταυροῦ σημειωσάμενος, καὶ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπικαλούμενος, καὶ ἡμᾶς προστάξαντος νὰ λέγωμεν τὴν ἀρχὴν τοῦ ἑξηκοστοῦ ἑβδόμου ψαλμοῦ «Ἀναστήτω ὁ Θεός, καὶ διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ, καὶ φυγέτωσαν ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ οἱ μισοῦντες αὐτόν· ὡς ἐκλείπει καπνὸς ἐκλιπέτωσαν, ὡς τήκεται κηρὸς ἀπὸ προσώπου πυρός...» ἐπροχώρει ἐμπρὸς πλησιέστερον τοῦ τάφου γενόμενος. Ὅσον δὲ ἐπλησίαζε τοσοῦτον καὶ αἱ δαιμονικαὶ φαντασίαι φοβερώτεραι ἐγένοντο.
Σεισμὸς καὶ κλόνος συνεχὴς ἐγένετο τοῦ ἐδάφους, καὶ μέγα χάσμα ἠνοίχθη ἔμπροσθεν ἡμῶν, ὥστε καὶ τὴν ἄβυσσον νὰ βλέπωμεν καὶ δράκοντας ἐξ αὐτῆς ἀνερχομένους καὶ ἡμᾶς ἐκφοβίζοντας, ὡς τοὺς ὀδόντας αὐτῶν τρίζοντας καὶ φλόγας πυρὸς ἐξακοντίζοντας. Ὁ δὲ Γέρων τὰ γόνατα κλίνας καὶ τὸν νοῦν καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς πρὸς οὐρανὸν ὑψώσας, καὶ μὲ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ τὸ ὄνομα ἑαυτὸν καθοπλίσας, εἰς τὸ σπηλαιῶδες κτίσμα εἰσῆλθεν ἐν ᾧ ἡ λάρναξ ἔκειτο· καὶ πάλιν μὲ τὸ σημεῖον τοῦ Σταυροῦ σημειωθείς, ἐρευνῶν εὗρε τὸν ἀδελφὸν τοῦ διακονητοῦ (τοῦ ὑπηρετοῦντος αὐτῷ) ἡμιθανῆ ὑπάρχοντα, μηδόλως τρίχας ἔχοντα, οὔτε εἰς τὴν κεφαλήν, οὔτε εἰς τὸ γένειον, οὔτε εἰς τὰ βλέφαρα, οὐδὲ εἰς τοὺς ὀφθαλμούς. Καὶ ἀποστείλας τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ εἰς τὸ πλησίον χωρίον νὰ φέρῃ ἔλαιον, καὶ προσευχηθείς, ἔχρισε τὸν ἡμιθανῆ τοῦτον ὑπάρχοντα ἀπὸ κορυφῆς ἕως τῶν ὀνύχων, καὶ τῷ τύπῳ τοῦ τιμίου Σταυροῦ σφραγισάμενος αὐτόν, ὑγιῆ τελείως ἀποκατέστησεν.
Εἶχε δὲ ἡ λάρναξ ταύτην τὴν ἐπιγραφήν, Σωματοθήκη Ὑπάτου τοῦ ἀνεψιοῦ Διοκλητιανοῦ τοῦ Βασιλέως, τοῦ κατὰ παντὸς τόπου τοὺς τοῦ ἐσταυρωμένου ὑπασπιστὰς βασανίσαντος. Ἀναγνοὺς ὁ Γέρων τὴν ἐπιγραφὴν ἤρξατο θνηνεῖν καὶ λέγειν ποῦ νῦν τῆς ὑπατείας ἡ λαμπρὰ περιβολή; ποῦ οἱ κρότοι καὶ αἱ πανηγύρεις; πάντα ἐξηφανίσθη· πάντα παρέδραμε καὶ ὡς σκιὰ καὶ καπνὸς διελύθησαν. Εὐλογητὸς καὶ δεδοξασμένος εἷς μόνον, ὁ Κύριος ἡμῶν καὶ Θεός, οὗ ἡ βασιλεία, βασιλεία πάντων τῶν αἰώνων, καὶ ἡ Δεσποτεία αὐτοῦ ἐν πάσῃ γενεᾷ καὶ γενεᾷ.
Ἔγιναν δὲ ταῦτα, γνωστὰ εἰς ὅλα τὰ περίχωρα, καὶ ἐφεξῆς πάντες διήρχοντο ἀφόβως ἐκ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης καὶ τὴν ἡμέραν καὶ τὴν νύκτα δοξάζοντες τὸν πανάγαθον Θεόν, καὶ τὸν αὐτοῦ δοῦλον Ἀββᾶν Ἀπολλώ, ὅστις ἀποφεύγων τὴν τῶν ἀνθρώπων τιμὴν καταλιπὼν τὸ κελλίον του μετῴκησεν εἰς Θηβαΐδα, οὗ ταῖς πρεσβείαις ῥύσαιτο καὶ ἡμᾶς ὁ Κύριος τῶν δαιμονικῶν φαντασιῶν. Ἀμήν.
Ἐκ τοῦ περιοδικοῦ Ἁγιορειτικὴ Βιβλιοθήκη, ἔτος κζ´ (1962), τεῦχος 2ον, σελ. 123-124
Labels:
Γεροντικο
Friday, November 11, 2016
«Μα είμαι αμαρτωλός και δεν τολμώ ν’ αντικρίσω τον Αγιο»… ( Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου )
Ακριβώς επειδή είσαι αμαρτωλός, έλα εδώ, για να γίνεις δίκαιος«Μα είμαι αμαρτωλός», λες, «και δεν τολμώ ν’ αντικρύσω τον άγιο». Ακριβώς επειδή είσαι αμαρτωλός, έλα εδώ, για να γίνεις δίκαιος. Ή μήπως δεν γνωρίζεις, ότι και αυτοί που στέκονται μπροστά στο ιερό Θυσιαστήριο, έχουν διαπράξει αμαρτίες;
Γι’ αυτό οικονόμησε ο Θεός να υποφέρουν και οι ιερείς από κάποια πάθη, ώστε να κατανοούν την ανθρώπινη αδυναμία και να συγχωρούν τους άλλους.
«Αφού όμως δεν τήρησα όσα άκουσα στην εκκλησία», θα μου πει κάποιος, «πως μπορώ να έρθω πάλι;». Έλα να ξανακούσεις τον θείο λόγο. Και προσπάθησε τώρα να τον εφαρμόσεις. Αν βάλεις φάρμακο πάνω στο τραύμα σου και δεν το επουλώσει την ίδια μέρα, δεν θα ξαναβάλεις και την επόμενη; Αν ο ξυλοκόπος, που θέλει να κόψει μια βελανιδιά, δεν κατορθώσει να τη ρίξει με την πρώτη τσεκουριά, δεν τη χτυπάει και δεύτερη και Πέμπτη και δέκατη φορά; Κάνε κι εσύ το ίδιο.
Αλλά, θα μου πεις, σ’ εμποδίζουν να εκκλησιαστείς η φτώχεια και η ανάγκη να εργαστείς. Δεν είναι εύλογη ούτε τούτη η πρόφαση. Εφτά μέρες έχει η εβδομάδα. Αυτές τις εφτά μέρες τις μοιράστηκε ο Θεός μαζί μας. Και σ’ εμάς έδωσε έξι, ενώ για τον εαυτό Του κράτησε μόνο μία. Αυτή τη μοναδική μέρα, λοιπόν, δεν δέχεσαι να σταματήσεις τις εργασίες;
Και γιατί λέω για ολόκληρη μέρα; Εκείνο που έκανε στην περίπτωση της ελεημοσύνης η χήρα του Ευαγγελίου, το ίδιο κάνε κι εσύ στη διάρκεια αυτής της μιας μέρας. Έδωσε εκείνη δυο λεπτά και πήρε πολλή χάρη από το Θεό.
Δάνεισε κι εσύ δυο ώρες στο Θεό, πηγαίνοντας στην εκκλησία, και θα φέρεις στο σπίτι σου κέρδη αμέτρητων ημερών.
Αν όμως δεν δέχεσαι να κάνεις κάτι τέτοιο, σκέψου μήπως μ’ αυτή σου τη στάση χάσεις τους κόπους πολλών ετών. Γιατί ο Θεός, όταν περιφρονείται, γνωρίζει να σκορπίζει τα χρήματα που συγκεντρώνεις με την εργασία της Κυριακής.
Μα κι αν ακόμα έβρισκες ολόκληρο θησαυροφυλάκιο γεμάτο από χρυσάφι και εξ αιτίας του απουσίαζες από το ναό, θα ήταν πολύ μεγαλύτερη η ζημιά σου, και τόσο μεγαλύτερη, όσο ανώτερα είναι τα πνευματικά από τα υλικά.
Γιατί τα υλικά πράγματα, κι αν ακόμα είναι πολλά και τρέχουν άφθονα από παντού, δεν τα παίρνουμε στην άλλη ζωή, δεν μεταφέρονται μαζί μας στον ουρανό, δεν παρουσιάζονται στο φοβερό εκείνο βήμα του Κυρίου. Αλλά πολλές φορές, και πριν ακόμα πεθάνουμε, μας εγκαταλείπουν. Αντίθετα, ο πνευματικός θησαυρός που αποκτούμε στην εκκλησία, είναι κτήμα αναφαίρετο και μας ακολουθεί παντού.
«Ναι, αλλά μπορώ», λέει κάποιος άλλος, «να προσευχηθώ και στο σπίτι μου». Απατάς τον εαυτό σου, άνθρωπε. Βεβαίως, είναι δυνατό να προσευχηθείς και στο σπίτι σου, είναι αδύνατον όμως να προσευχηθείς έτσι, όπως προσεύχεσαι στην εκκλησία, όπου υπάρχει το πλήθος των πατέρων και όπου ομόφωνη κραυγή ικεσίας αναπέμπεται στο Θεό.
Δεν σε ακούει τόσο πολύ ο Κύριος όταν Τον παρακαλείς μόνος σου, όσο όταν Τον παρακαλείς ενωμένος με τους αδελφούς σου. Γιατί στην εκκλησία υπάρχουν περισσότερες πνευματικές προϋποθέσεις απ’ όσες στο σπίτι. Υπάρχουν η ομόνοια, η συμφωνία των πιστών, ο σύνδεσμος της αγάπης, οι ευχές των ιερέων.
Γι’ αυτό, άλλωστε, οι ιερείς προΐστανται των ακολουθιών, για να ενισχύονται με τις δυνατότερες ευχές τους οι ασθενέστερες ευχές του λαού, κι έτσι όλες μαζί ν’ ανεβαίνουν στον ουρανό. Όταν προσευχόμαστε ο καθένας χωριστά, είμαστε ανίσχυροι, όταν όμως συγκεντρωνόμαστε όλοι μαζί, τότε γινόμαστε πιο δυνατοί και εκλύουμε σε μεγαλύτερο βαθμό την ευσπλαχνία του Θεού.
Κάποτε ο απόστολος Πέτρος βρισκόταν αλυσοδεμένος στη φυλακή. Έγινε όμως θερμή προσευχή από τους συναγμένους πιστούς, κι αμέσως ελευθερώθηκε. Τι θα μπορούσε, επομένως, να είναι πιο δυνατό από την κοινή προσευχή, που ωφέλησε κι αυτούς ακόμα τους στύλους της Εκκλησίας;
Γι’ αυτό οικονόμησε ο Θεός να υποφέρουν και οι ιερείς από κάποια πάθη, ώστε να κατανοούν την ανθρώπινη αδυναμία και να συγχωρούν τους άλλους.
«Αφού όμως δεν τήρησα όσα άκουσα στην εκκλησία», θα μου πει κάποιος, «πως μπορώ να έρθω πάλι;». Έλα να ξανακούσεις τον θείο λόγο. Και προσπάθησε τώρα να τον εφαρμόσεις. Αν βάλεις φάρμακο πάνω στο τραύμα σου και δεν το επουλώσει την ίδια μέρα, δεν θα ξαναβάλεις και την επόμενη; Αν ο ξυλοκόπος, που θέλει να κόψει μια βελανιδιά, δεν κατορθώσει να τη ρίξει με την πρώτη τσεκουριά, δεν τη χτυπάει και δεύτερη και Πέμπτη και δέκατη φορά; Κάνε κι εσύ το ίδιο.
Αλλά, θα μου πεις, σ’ εμποδίζουν να εκκλησιαστείς η φτώχεια και η ανάγκη να εργαστείς. Δεν είναι εύλογη ούτε τούτη η πρόφαση. Εφτά μέρες έχει η εβδομάδα. Αυτές τις εφτά μέρες τις μοιράστηκε ο Θεός μαζί μας. Και σ’ εμάς έδωσε έξι, ενώ για τον εαυτό Του κράτησε μόνο μία. Αυτή τη μοναδική μέρα, λοιπόν, δεν δέχεσαι να σταματήσεις τις εργασίες;
Και γιατί λέω για ολόκληρη μέρα; Εκείνο που έκανε στην περίπτωση της ελεημοσύνης η χήρα του Ευαγγελίου, το ίδιο κάνε κι εσύ στη διάρκεια αυτής της μιας μέρας. Έδωσε εκείνη δυο λεπτά και πήρε πολλή χάρη από το Θεό.
Δάνεισε κι εσύ δυο ώρες στο Θεό, πηγαίνοντας στην εκκλησία, και θα φέρεις στο σπίτι σου κέρδη αμέτρητων ημερών.
Αν όμως δεν δέχεσαι να κάνεις κάτι τέτοιο, σκέψου μήπως μ’ αυτή σου τη στάση χάσεις τους κόπους πολλών ετών. Γιατί ο Θεός, όταν περιφρονείται, γνωρίζει να σκορπίζει τα χρήματα που συγκεντρώνεις με την εργασία της Κυριακής.
Μα κι αν ακόμα έβρισκες ολόκληρο θησαυροφυλάκιο γεμάτο από χρυσάφι και εξ αιτίας του απουσίαζες από το ναό, θα ήταν πολύ μεγαλύτερη η ζημιά σου, και τόσο μεγαλύτερη, όσο ανώτερα είναι τα πνευματικά από τα υλικά.
Γιατί τα υλικά πράγματα, κι αν ακόμα είναι πολλά και τρέχουν άφθονα από παντού, δεν τα παίρνουμε στην άλλη ζωή, δεν μεταφέρονται μαζί μας στον ουρανό, δεν παρουσιάζονται στο φοβερό εκείνο βήμα του Κυρίου. Αλλά πολλές φορές, και πριν ακόμα πεθάνουμε, μας εγκαταλείπουν. Αντίθετα, ο πνευματικός θησαυρός που αποκτούμε στην εκκλησία, είναι κτήμα αναφαίρετο και μας ακολουθεί παντού.
«Ναι, αλλά μπορώ», λέει κάποιος άλλος, «να προσευχηθώ και στο σπίτι μου». Απατάς τον εαυτό σου, άνθρωπε. Βεβαίως, είναι δυνατό να προσευχηθείς και στο σπίτι σου, είναι αδύνατον όμως να προσευχηθείς έτσι, όπως προσεύχεσαι στην εκκλησία, όπου υπάρχει το πλήθος των πατέρων και όπου ομόφωνη κραυγή ικεσίας αναπέμπεται στο Θεό.
Δεν σε ακούει τόσο πολύ ο Κύριος όταν Τον παρακαλείς μόνος σου, όσο όταν Τον παρακαλείς ενωμένος με τους αδελφούς σου. Γιατί στην εκκλησία υπάρχουν περισσότερες πνευματικές προϋποθέσεις απ’ όσες στο σπίτι. Υπάρχουν η ομόνοια, η συμφωνία των πιστών, ο σύνδεσμος της αγάπης, οι ευχές των ιερέων.
Γι’ αυτό, άλλωστε, οι ιερείς προΐστανται των ακολουθιών, για να ενισχύονται με τις δυνατότερες ευχές τους οι ασθενέστερες ευχές του λαού, κι έτσι όλες μαζί ν’ ανεβαίνουν στον ουρανό. Όταν προσευχόμαστε ο καθένας χωριστά, είμαστε ανίσχυροι, όταν όμως συγκεντρωνόμαστε όλοι μαζί, τότε γινόμαστε πιο δυνατοί και εκλύουμε σε μεγαλύτερο βαθμό την ευσπλαχνία του Θεού.
Κάποτε ο απόστολος Πέτρος βρισκόταν αλυσοδεμένος στη φυλακή. Έγινε όμως θερμή προσευχή από τους συναγμένους πιστούς, κι αμέσως ελευθερώθηκε. Τι θα μπορούσε, επομένως, να είναι πιο δυνατό από την κοινή προσευχή, που ωφέλησε κι αυτούς ακόμα τους στύλους της Εκκλησίας;
Sunday, November 6, 2016
Εὐλόγησε τοὺς ἐχθρούς μου, ὦ Κύριε! ( Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς )
Εὐλόγησε τοὺς ἐχθρούς μου, ὦ Κύριε! Ἀκόμη κι ἐγὼ τοὺς εὐλογῶ καὶ δὲν τοὺς καταριέμαι. Λυτοὶ μᾶλλον παρὰ ἐγώ, ἔχουν ὁμολογήσει τὶς ἁμαρτίες μου ἐνώπιον τοῦ κόσμου. Αὐτοὶ μὲ ἔχουν μαστιγώσει κάθε φορὰ ποὺ ἐγὼ εἶχα διστάσει νὰ μαστιγωθῶ. Μὲ ἔχουν βασανίσει κάθε φορὰ ποὺ ἐγὼ εἶχα προσπαθήσει ν᾿ ἀποφύγω τὰ βάσανα. Αὐτοὶ μὲ ἔχουν ἐπιπλήξει κάθε φορὰ ποὺ ἐγὼ εἶχα κολακεύσει τὸν ἑαυτό μου. Αὐτοὶ μὲ ἔχουν κτυπήσει κάθε φορὰ ποὺ ἐγὼ εἶχα παραφουσκώσει μὲ ἀλαζονεία.
Εὐλόγησε τοὺς ἐχθρούς μου, ὦ Κύριε! Ἀκόμη κι ἐγὼ τοὺς εὐλογῶ καὶ δὲν τοὺς καταριέμαι. Κάθε φορὰ ποὺ εἶχα κάνει τὸν ἑαυτό μου σοφό, αὐτοὶ μὲ ἀποκάλεσαν ἀνόητο. Κάθε φορὰ ποὺ εἶχα κάνει τὸν ἑαυτό μου δυνατό, αὐτοὶ μὲ περιγέλασαν σὰν νὰ ἤμουν νᾶνος. Κάθε φορὰ ποὺ θέλησα νὰ καθοδηγήσω ἄλλους, αὐτοὶ μὲ ἔσπρωξαν στὸ περιθώριο. Κάθε φορὰ ποὺ εἶχα σκεφθεῖ ὅτι θὰ κοιμόμουν εἰρηνικά, αὐτοὶ μὲ ξύπνησαν ἀπὸ τὸν ὕπνο. Κάθε φορὰ ποὺ προσπάθησα νὰ κτίσω σπίτι γιὰ μία μακρὰ καὶ ἤρεμη ζωή, αὐτοὶ τὸ κατεδάφισαν καὶ μὲ ἔβγαλαν ἔξω. Στ᾿ ἀλήθεια οἱ ἐχθροί μου μὲ ἔχουν ἀποσυνδέσει ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ ἅπλωσαν τὰ χέρια μου στὸ κράσπεδο τοῦ ἱματίου Σου.
Εὐλόγησε τοὺς ἐχθρούς μου, ὦ Κύριε! Πλήθυνέ τους καὶ κᾶνε τους ἀκόμη πιὸ σκληροὺς ἐναντίον μου. Ὥστε ἡ καταφυγή μου σὲ σένα νὰ μὴ ἔχει ἐπιστροφή, ὥστε καὶ κάθε ἐλπίδα μου στοὺς ἀνθρώπους νὰ διαλυθεῖ ὡς ἱστὸς ἀράχνης, ὥστε ἀπόλυτη εἰρήνη ν᾿ ἀρχίσει νὰ βασιλεύει στὴν ψυχή μου, ὥστε ἡ καρδιά μου νὰ γίνει ὁ τάφος τῶν δυὸ κακῶν διδύμων μου ἀδελφῶν τῆς ἀλαζονείας καὶ τοῦ θυμοῦ. Ὥστε νὰ μπορέσω νὰ ἀποθηκεύσω ὅλους τοὺς θησαυρούς μου ἐν οὐρανοῖς ὥστε νὰ μπορέσω γιὰ πάντα νὰ ἐλευθερωθῶ ἀπὸ τὴν αὐταπάτη, ἡ ὁποία μὲ περιέπλεξε στὸ θανατηφόρο δίχτυ τῆς ἀπατηλῆς ζωῆς.
Εὐλόγησε τοὺς ἐχθρούς μου, ὦ Κύριε! Ἀκόμη κι ἐγὼ τοὺς εὐλογῶ καὶ δὲν τοὺς καταριέμαι. Οἱ ἐχθροὶ μὲ δίδαξαν νὰ μάθω - αὐτὸ ποὺ δύσκολα μαθαίνει κανεὶς - ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει ἐχθροὺς στὸν κόσμο ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἑαυτό του. Μισεῖ κάποιος τοὺς ἐχθρούς του μόνον ὅταν ἀποτυγχάνει ν᾿ ἀναγνωρίσει ὅτι δὲν εἶναι ἐχθροὶ ἀλλὰ σκληροὶ καὶ ἄσπλαχνοι φίλοι. Εἶναι πράγματι δύσκολο γιὰ μένα νὰ πῶ ποιὸς μοῦ ἔκανε περισσότερο καλὸ καὶ ποιὸς μοῦ ἔκανε περισσότερο κακὸ στὸν κόσμο- οἱ ἐχθροὶ ἢ οἱ φίλοι; Γι᾿ αὐτὸ εὐλόγησε, ὦ Κύριε, καὶ τοὺς φίλους μου καὶ τοὺς ἐχθρούς μου...
Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ἐπισκόπου Ἀχρίδος (1880 - 5/18 Μαρτίου 1956)
Wednesday, November 2, 2016
Ἡ νηστεία νὰ γίνεται χωρὶς ὑποκρισία. Κάθαρση τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα. ( Μέγας Βασίλειος )
Ἡ νηστεία νὰ γίνεται χωρὶς ὑποκρισία. Κάθαρση τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα.
«Ἄλειψε τὸ κεφάλι σου καὶ πλῦνε τὸ πρόσωπό σου» (Ματθ. 6, 17). Σὲ μυστήρια σὲ καλεῖ ὁ λόγος. Αὐτὸς ποὺ ἀλείφθηκε ἐμυρώθηκε· αὐτὸς ποὺ ἐνίφθηκε ἐκαθαρίσθηκε. Νὰ ἐννοεῖς τὴ νομοθεσία στὸν ἐσωτερικὸ ἄνθρωπο. Νὰ καθαρίσεις τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα. Νὰ χρίσεις τὸ κεφάλι σου μὲ χρῖσμα ἅγιο, γιὰ νὰ γίνεις μέτοχος τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἔτσι νὰ προσέλθεις στὴ νηστεία. Νὰ μὴν ἀλλοιώσεις τὸ πρόσωπό σου ὅπως ἀκριβῶς oι ὑποκριτές. Τὸ πρόσωπο ἀμαυρώνεται, ὅταν ἡ ἐσωτερικὴ διάθεση ἐπισκιάζεται μὲ τὸ ἐπίπλαστο ἐξωτερικὸ σχῆμα, καλυπτόμενη μὲ τὸ ψεῦδος σὰν μὲ παραπέτασμα. Ὑποκριτὴς εἶναι αὐτὸς ποὺ ὑποδύεται ξένο πρόσωπο στὸ θέατρο· ἐνῷ εἶναι δοῦλος, πολλὲς φορὲς ὑποδύεται τὸ πρόσωπο τοῦ κυρίου, καὶ ἐνῷ εἶναι πολίτης, τὸ πρόσωπο τοῦ βασιλέως. Ἔτσι καὶ στὸν βίο αὐτό, σὰν στὴ σκηνὴ τῆς δικῆς τους ζωῆς, οἱ πολλοὶ παίζουν θέατρο, ἄλλα μὲν φέροντας στὴν καρδιά, ἄλλα δὲ δεικνύοντας φανερὰ στοὺς ἀνθρώπους. Νὰ μὴν ἀλλοιώνεις λοιπὸν τὸ πρόσωπό σου. Ὅποιος εἶσαι, τέτοιος νὰ φαίνεσαι· νὰ μὴν ὑποκρίνεσαι τὸν σκυθρωπό, ἐπιδιώκοντας τὴν δόξα ἀπὸ τοῦ νὰ φαίνεσαι ἐγκρατής. Διότι οὔτε εὐεργεσία ποὺ διατυμπανίζεται εἶναι ὄφελος, καὶ κανένα κέρδος δὲν προέρχεται ἀπὸ νηστεία ποὺ δημοσιεύεται. Διότι ἐκεῖνα ποὺ γίνονται ἐπιδεικτικὰ δὲν προεκτείνουν τὸν καρπὸ στὴ μέλλουσα ζωή, ἀλλὰ τὸν περιορίζουν στὸν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων. Τρέξε λοιπὸν μὲ χαρὰ στὴ δωρεὰ τῆς νηστείας. Ἡ νηστεία εἶναι ἀρχαῖο δῶρο· δὲν παλαιώνει καὶ δὲν γηράσκει, ἀλλὰ πάντοτε ἀνανεούμενο, ἀνθίζει πάντοτε γιὰ νὰ φέρει ὥριμους καρπούς.
Μέγας Βασίλειος
Friday, October 28, 2016
Τί εἶναι ἡ μετάνοια; ( Ἀρχιμανδρίτης Γερβάσιος Ραπτόπουλος, Ἱεροκῆρυξ)
Ὄχι, ὅ,τι εἶμαι ἀλλὰ ὅ,τι πρέπει νὰ εἶμαι. Ὅ,τι ὁ Θεὸς θέλει νὰ εἶμαι. Ἂν τὰ θελήματά μας δὲν ταυτίζονται ἀπόλυτα μὲ τὰ θελήματα τοῦ Θεοῦ, δὲν εἴμαστε μὲ τὸ Θεό. Ἂν δὲν ἔχουμε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, δὲν εἴμαστε τοῦ Θεοῦ. Ἂν δὲν ἔχουμε τὴν προσφορὰ τοῦ Θεοῦ, δὲν εἴμαστε μὲ τὸ Θεό. Ἂν δὲν ἔχουμε τὴν πραότητά του, τὴ γλυκύτητά του, τὴ σιωπή του, τὴν ὑπομονή του, ἂν δὲν ἔχουμε αὐτὸ τὸ μαρτύριο τοῦ Ἰησοῦ, τὸ ὁποῖο ὑπέστη ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ συνελήφθη στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ μέχρι ποὺ ἀνέβηκε πάνω στὸ Σταυρό, ἀγόγγυστα καὶ σιωπηλά, δὲν εἴμαστε τοῦ Θεοῦ. Ἂν δὲν εἴμαστε οἱ ἄλλοι «Χριστοί», δὲν εἴμαστε μὲ τὸ Χριστό. Σὲ τίποτε δὲν πρέπει νὰ διαφέρουμε. Καὶ μὴν πεῖτε πῶς δὲ βρέθηκε ἄνθρωπος ποὺ νὰ τὸ βίωσε αὐτό.
Ἀρχιμανδρίτης Γερβάσιος Ραπτόπουλος, Ἱεροκῆρυξ
Ἀρχιμανδρίτης Γερβάσιος Ραπτόπουλος, Ἱεροκῆρυξ
Sunday, October 23, 2016
Μετάνοια καὶ Ἐξομολόγηση
Μετάνοια-Ἐξομολόγηση
Τὸ μεγαλύτερο γεγονὸς τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας εἶναι ἀναμφισβήτητα τὸ βάπτισμά μας. Τὴν ἡμέρα ποὺ βαπτισθήκαμε ἀρνηθήκαμε τὸ διάβολο, τὰ ἔργα του, τὴ λατρεία του, τὸ σκοτάδι του καὶ ἑνωθήκαμε μὲ τὸν Χριστό· μπολιαστήκαμε στὸ Πανάγιο Σῶμα Του, τὴν ἐκκλησία. Μὲ ἄλλα λόγια γίναμε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ- Πατέρα, μέλη τῆς δικῆς Του οἰκογένειας. Καὶ ξεκινήσαμε μία πνευματικὴ πορεία, ποὺ σκοπὸ ἔχει τὴν τελείωσή μας, τὴν θέωσή μας. Ἡ πνευματικὴ ὅμως αὐτὴ πορεία, πολλὲς φορὲς διακόπτεται ἀπὸ τὴν ἀμέλειά μας καὶ τὴν ἁμαρτία. Ξεχνᾶμε τὶς δωρεὲς καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, λησμονοῦμε τὶς ὑποσχέσεις ποὺ δώσαμε στὸ ἅγιο βάπτισμα καὶ ξαναγυρνᾶμε στὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας. Ὅμως ὁ φιλάνθρωπος Θεός, γνωρίζοντας τὴν ἀδυναμία μας, μᾶς προσφέρει τὴν δυνατότητα νὰ ἐπιστρέψουμε πάλι κοντά Του, νὰ διορθώσουμε τὴν πορεία μας, νὰ γιατρέψουμε τὶς πληγές μας. Καὶ αὐτὸ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὸ μυστήριο τῆς μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως.
Ἡ ἁμαρτία καὶ οἱ καρποί της
Ἁμαρτία δὲν εἶναι ἁπλὰ καὶ μόνον ἡ παράβαση κάποιων νόμων, ἢ ἡ παράλειψη κάποιου καθήκοντος. Στὴν παραβολὴ τοῦ ἀσώτου ὁ Χριστὸς μᾶς δείχνει ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι κάτι πολὺ βαθύτερο. Εἶναι μιὰ ἀνταρσία, μιὰ ἐπανάσταση, καὶ κατὰ συνέπεια, μιὰ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν Θεὸ-Πατέρα καὶ τὴν ἐκκλησία Του.
Οἱ καρποὶ αὐτῆς τῆς ἀπομάκρυνσης εἶναι ἐξαιρετικὰ πικροί. Ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν Θεὸ σημαίνει θάνατο. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἁμαρτία, σὲ τελευταία ἀνάλυση, εἶναι κάθε ἐνέργεια αὐτοκαταστροφῆς. «Τὰ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος».
Ἡ μετάνοια
Ἡ μετάνοια εἶναι ἕνα δεύτερο βάπτισμα, ἢ ἀνανέωση τοῦ βαπτίσματος. Δὲν εἶναι μιὰ τυπικὴ ἐξομολόγηση ποὺ κάνει κανεὶς πρὶν τὶς μεγάλες γιορτές, ἡ κάτω ἀπὸ σκληρὲς ψυχολογικὲς συνθῆκες. Ὅπως τὸ λέει ἡ λέξη, μετάνοια (μετανοῶ) σημαίνει τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἀλλαγὴ ζωῆς, τὴν ἄρνηση τῆς ἁμαρτίας, τὴν ἀλλαγὴ τῆς νοοτροπίας. Ἐὰν δὲν θελήσουμε νὰ ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ νὰ ἀλλάξουμε ζωή, τότε ἡ μετάνοιά μας δὲν εἶναι ἀληθινή.
Ἡ ἐξομολόγηση
Ἂν ἡ μετάνοια εἶναι τὸ πρῶτο μέρος τοῦ μυστηρίου, τὸ δεύτερο μέρος εἶναι ἡ ἐξομολόγηση, δηλαδή, ἡ ἐνώπιον τοῦ πνευματικοῦ ὁμολογία τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ἐξομολόγηση, μὲ ἁπλὰ λόγια, εἶναι τὸ ἄδειασμα τοῦ δηλητηρίου. Ὅταν πιεῖ κανεὶς δηλητήριο δὲν ὑπάρχει ἄλλη λύση. Τὸ ἴδιο καὶ ἡ ἐξομολόγηση. Ἐκεῖ βγάζουμε τὸ δηλητήριο τῆς ἁμαρτίας. Ξεγυμνώνουμε τὴν ψυχή μας, ἀποκαλύπτουμε τὶς πληγές μας, ὁμολογοῦμε τὴν ἀρρώστια μας, προσκομίζουμε τὸν προσωπικό μας πόνο.
Προετοιμασία
Σὲ πολλὰ θέματα τῆς πίστης μας, παρόλο ποὺ λεγόμαστε Χριστιανοί, ἔχουμε μεγάλη ἄγνοια. Εἰδικὰ ὅμως στὸ θέμα τῆς μετάνοιας καὶ ἐξομολόγησης, ἡ ἄγνοια καὶ ἡ ἐπιπολαιότητα, βρίσκονται στὸν μεγαλύτερο βαθμό. Οἱ περισσότεροι προσερχόμαστε στὸ ἐξομολογητήριο ἐντελῶς ἀνέτοιμοι. Ζητᾶμε ἀπὸ τὸν ἱερέα νὰ μᾶς «ρωτήσει» αὐτός, σὰ νά ῾ναι ἡ ἐξομολόγηση ἀνακριτικὸ γραφεῖο. Ἢ προσερχόμαστε στὴν ἐξομολόγηση γιὰ νὰ ποῦμε πόσο «καλοὶ» ἄνθρωποι εἴμαστε καὶ πόσες καλοσύνες ἔχουμε κάνει. Ἡ στάση αὐτὴ δείχνει πὼς δὲν ἔχουμε ἐπιχειρηθεῖ μιὰ μικρή, ἔστω, προετοιμασία καὶ γνήσια αὐτοκριτική. Ἂν θέλουμε νά ῾μαστε εἰλικρινεῖς μὲ τὸν ἑαυτό μας, δὲν ὑπάρχει ἁμαρτία ποὺ νὰ μὴν τὴν ἔχουμε κάνει μὲ κάποιο τρόπο. Μιὰ προσεκτικὴ καὶ εἰλικρινὴς ἐξέταση τῆς καρδιᾶς μας, θὰ μᾶς δείξει πὼς μέσα μας φωλιάζουν πλήθη παθῶν καὶ ἁμαρτιῶν.
Γιατὶ, βέβαια, ἡ πραγματικὴ ἁμαρτωλότητα δὲν εἶναι μόνον ἡ ἐξωτερικὴ συμπεριφορά, ἀλλὰ ἡ ἐσωτερικὴ διάθεση καὶ ἐμπάθεια.
Αὐτοέλεγχος
Εἶναι, λοιπόν, ἀπαραίτητο πρὶν προσέλθουμε στὸν πνευματικό, νὰ καθίσουμε σ᾿ ἕνα ἥσυχο μέρος, νὰ προσευχηθοῦμε θερμὰ στὸν Θεὸ νὰ μᾶς δώσει ἀληθινὴ μετάνοια, νὰ φωτίσει τὰ κρυπτὰ τῶν καρδιῶν μας καὶ νὰ κάνουμε μιὰ ὅσο τὸ δυνατὸν τίμια βυθοσκόπηση. Στὴν προσπάθειά μας αὐτὴ θὰ μᾶς βοηθήσουν πολὺ μερικὰ κείμενα τῆς ἐκκλησίας μας, ὅπως ἡ ἀνάγνωση τῶν Δέκα Ἐντολῶν, τῆς ἐπὶ τοῦ Ὄρους Ὁμιλίας τοῦ Κυρίου, τῶν εὐχῶν τῆς Θείας Μεταλήψεως. Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἕνας καθρέπτης, μέσα ἀπὸ τὸν ὁποῖο μποροῦμε νὰ δοῦμε τὸν ἐσωτερικό μας κόσμο.
Τὴν ἐξαγόρευσή μας μποροῦμε νὰ τὴν ὑποδιαιρέσουμε σὲ τρεῖς βασικοὺς τομεῖς:
α) Ἡ σχέση μας μὲ τὸν Θεό
Ἔλλειψη ζωντανῆς σχέσης μὲ τὸν Θεό.
Κλονισμὸς πίστεως καὶ ἐμπιστοσύνης στὸν Θεὸ καὶ στὴν πρόνοιά Του, στὶς ὁποιεσδήποτε δυσκολίες.
Ζητήματα πίστεως, ἀδυναμίας, ἀμφιβολίας, ὀλιγοπιστίας.
Ἀδιαφορία γιὰ τὴν προσευχή, νηστεία, θεία λατρεία, ἐκκλησιασμό, συχνὴ θεία μετάληψη.
Ἀδιαφορία γιὰ τὴν μελέτη τῆς ἁγίας Γραφῆς καὶ πνευματικῶν βιβλίων.
Γογγυσμὸς κατὰ τοῦ Θεοῦ, βλασφημία, ἢ λογισμοὶ βλασφημίας.
Ὅρκος, ἐπιορκία, ψευδορκία, ταξίματα.
Μαγεία, μαντεία, αἰσχρολογία κ.λπ., πίστη στὶς προλήψεις, στὴν τύχη, στὰ ὄνειρα.
β) Ἡ σχέση μας μὲ τὸν πλησίον
Ἔλλειψη ἀγάπης γιὰ τὸν πλησίον, ἀδιαφορία γι᾿ αὐτόν, ὑποτίμηση, περιφρόνηση.
Μίσος, φθόνος, χαιρεκακία, ἔχθρα, μνησικακία, ἐκδικητικότητα, ἀνταπόδοση κακοῦ, σκληρότητα, ἀσυγχωρησία, πικρία, ζήλεια.
Ἐριστικότητα, φιλονικία, κατάρες, ὕβρεις, εἰρωνεία, ἐμπαιγμός, κοροϊδία, χειροδικία, φόνος.
Κατάκριση, καταλαλιά, ἱεροκατηγορία, συκοφαντία, ραδιουργία, καχυποψία.
Ψεῦδος, ἀνειλικρίνεια, ἀνεντιμότητα.
Κλοπή, κατάχρηση, καταστροφὴ ξένης περιουσίας, κακομεταχείριση τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ.
Ἀγνωμοσύνη, ἀχαριστία, ἀναίδεια, θρασύτητα, ἔλλειψη σεβασμοῦ σὲ γονεῖς, προϊσταμένους, ἱερεῖς κ.λπ.
Σκανδαλισμὸς ἄλλων μὲ τὴ ζωή μας, τὴ συμπεριφορά μας, τὴν προκλητικὴ ἐμφάνιση.
Παράλειψη καλοῦ καὶ ἐλεημοσύνης.
Στὴν οἰκογένεια:
Ἔλλειψη ἀγάπης, πνεύματος θυσίας, ὑποχωρητικότητας καὶ ἀλληλοκατανόησης.
Ἔλλειψη ἐνδιαφέροντος, καλοσύνης καὶ χρόνου γιὰ τὸν σύζυγο καὶ τὰ παιδιά.
Ἐριστικόχητα, πεῖσμα, ὑπονόμευση συζύγου.
Ἀδιαφορία γιὰ τὴν ἀνατροφὴ καὶ χριστιανικὴ ἀγωγὴ τῶν παιδιῶν.
Παράλογες καὶ ἐγωιστικὲς ἀπαιτήσεις ἀπὸ σύζυγο καὶ παιδιά.
Ἄκαιρες, πιεστικὲς καὶ ἀδικαιολόγητες ἐπεμβάσεις στὴ ζωὴ καὶ στὶς ἀποφάσεις τῶν παιδιῶν, ἢ στὶς οἰκογένειές τους.
Ὑπονόμευση τῶν προσπαθειῶν τους καὶ τοῦ δεσμοῦ τους.
Μοιχεία.
Στὸ ἐπάγγελμα:
Ἀπάτη, νοθεία στὴν ἐργασία ἢ στὸ ἐμπόρευμα.
Αἰσχροκέρδεια, κατάχρηση, παρανομία, τοκογλυφία, ἀπόκρυψη ἐμπορευμάτων, κλοπή.
Ἀνεντιμότητα στὶς συναλλαγές, δολιότητα ἐπαγγέλματος.
Κακομεταχείριση, ἐκμετάλλευση, ἀδικία σὲ βάρος τῶν ὑπαλλήλων, ἐργατῶν, ὑφισταμένων.
Προσωποληψία.
γ) Ἡ σχέση μας μὲ τὸν ἑαυτό μας.
Ἀδιαφορία γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ κατάρτισή μας.
Ἀνευθυνότητα, ραθυμία, ἀκηδία, ἀμέλεια.
Διασκεδάσεις, χαρτοπαιξία, γαστριμαργία, λαιμαργία, μέθη, ναρκωτικά.
Φιλαργυρία, ἀπληστία, πλεονεξία, πλοῦτος, καταναλωτικὴ μανία, πολυτέλεια, ἐπιδίωξη βολέματος, ἀτομισμός.
Ὑποκρισία.
Αἰσχρολογία, ἀργολογία, φλυαρία.
Θυμός, ὀργή.
Ὑπερηφάνεια, οἴηση, ἐγωισμός, ὑπεροψία, ματαιοδοξία, κενοδοξία, φιλαρχία, φιλοπρωτεία, μεγαλομανία, μεγαλοστομία, φιλαρέσκεια, ἐπιδίωξη ἐπαίνων, πεῖσμα, ἰσχυρογνωμοσύνη, δαιμονικὴ αὐτοπεποίθηση, ἰδιοτροπία.
Ἁμαρτίες καὶ πειρασμοὶ τῆς σάρκας.
Ἔλλειψη σεβασμοῦ στὸ σῶμα, ποὺ εἶναι ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἀνάγνωση ἀνήθικων περιοδικῶν, βιβλίων κ.λπ. ἡ θέαση ἀνήθικων κινηματογραφικῶν, θεατρικῶν, τηλεοπτικῶν ἔργων.
Ἀνήθικες σκέψεις, λογισμοί, φαντασίες.
Πορνεία, μοιχεία, αὐνανισμὸς κ.λπ. σαρκικὰ ἁμαρτήματα.
Ἔκτρωση.
Ἀφοῦ, λοιπόν, ἐξετάσουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ εἰλικρίνεια, ἂς γράψουμε σ᾿ ἕνα χαρτί, ὅ,τι συλλέξαμε ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ἔρευνα καὶ ὕστερα ἂς προστρέξουμε στὸν πνευματικό.
Ἐμπόδια-δικαιολογίες-ἐνστάσεις
Ὁ δρόμος τῆς ἐπιστροφῆς δὲν εἶναι χωρὶς ἐμπόδια. Ἐνῶ κατὰ βάθος μπορεῖ νὰ ἐπιθυμοῦμε τὴν ἐπιστροφή μας, δὲν κάνουμε τὸ σωτήριο βῆμα. Ἀναβάλλουμε τὴν ἐξομολόγηση, προσπαθώντας μὲ διάφορες δικαιολογίες νὰ καθησυχάσουμε τὴ συνείδησή μας. Εἶναι συνηθισμένες οἱ δικαιολογίες: «Γιατί νὰ ἐξομολογηθῶ; Δὲν σκότωσα, δὲν ἔκλεψα...» ἢ «ἐγὼ τὰ λέω στὴν εἰκόνα...» κ.λπ. Ἄλλοι, πάλι, διστάζουμε ἀπὸ ντροπή, ἢ ἀπόγνωση. Ἄλλοι ζητοῦμε ἀπὸ τὸν ἱερέα νὰ μᾶς διαβάσει εὐχέλαιο ἢ μόνον τὴν συγχωρητικὴ εὐχή. Ὅμως μάταια προσπαθοῦμε νὰ καθησυχάσουμε τὴ συνείδησή μας. Δικαιολογίες μποροῦμε νὰ βροῦμε ἄπειρες. Ἡ καρδιά μας ὅμως μόνον μὲ τὴν ἀληθινὴ μετάνοια μπορεῖ νὰ ἀναπαυτεῖ.
Μπροστὰ στὸν πνευματικὸ
Ὅταν εἴμαστε ἕτοιμοι γιὰ τὸ μεγάλο βῆμα, ἂς προστρέξουμε στὸν πνευματικό, ποὺ θὰ τὸν νιώσουμε σὰν πατέρα καὶ ἂς τοῦ ἀνοίξουμε τὴν καρδιά μας. Γιὰ νά ῾ναι εὐπρόσδεκτη ἀπὸ τὸν Θεὸ ἡ ἐξομολόγησή μας, πρέπει νὰ γίνει μὲ ταπείνωση, μὲ φόβο Θεοῦ, μὲ εἰλικρίνεια, μὲ ἀκρίβεια, χωρὶς ὑπερβολές. Ἂς ἔχουμε ὑπόψη μας ὅτι κατὰ τὴν ἱερὴ ὥρα τῆς ἐξομολόγησης:
α. Δὲν μεταφέρουμε εὐθύνες σὲ ἄλλους, δὲν ἀναφέρουμε ἄλλους, οὔτε ἐξομολογούμαστε τὰ ἁμαρτήματα ἄλλων. Ἀναλαμβάνουμε ὅλη τὴν εὐθύνη καὶ ἀποφεύγουμε τὶς δικαιολογίες καὶ τὰ μισόλογα.
β. Δὲν ἀρχίζουμε ἱστορίες ὁλόκληρες καὶ ἐκτεταμένες περιγραφές. Εἴμαστε σύντομοι καὶ συγκεκριμένοι.
γ. Δὲν ἐξομολογούμαστε γενικὰ καὶ ἀόριστα (π.χ. «Εἶμαι πολὺ ἁμαρτωλός», ἢ «ὅλες τὶς ἁμαρτίες τὶς ἔχω κάνει»). Ἀναφέρουμε συγκεκριμένα σὲ τί βρεθήκαμε ἀνάξιοί της ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
δ. Δὲν ἀναφέρουμε τὰ καλά μας ἔργα καὶ τὶς (ἀνύπαρκτες) «ἀρετές» μας.
ε. Δὲν ἀναφέρουμε ἁμαρτίες ποὺ ἔχουμε ἐξομολογηθεῖ (ἐκτὸς ἂν τὶς ἐπαναλάβαμε).
γ. Δὲν ἀποκρύπτουμε τίποτα, γιατὶ ἔτσι ἐμπαίζουμε τὸ μυστήριο.
Μετὰ τὴν ἐξομολόγηση
Ὁ πνευματικός μας πατέρας, ἀφοῦ μᾶς ἀκούσει, θὰ μᾶς συμβουλεύσει καὶ θὰ μᾶς κατατοπίσει πῶς θὰ ἀγωνιστοῦμε καὶ πῶς θὰ διορθώσουμε τὴν πορεία μας. Πιθανὸν νὰ μᾶς δώσει κάποιο ἐπιτίμιο. Αὐτὸ δὲν ἔχει χαρακτήρα τιμωρίας ἢ ἐξιλέωσης. Τὸ ἐπιτίμιο εἶναι πνευματικὸ φάρμακο καὶ πνευματικὸ ἀγώνισμα ποὺ θὰ μᾶς βοηθήσει ἀποτελεσματικά, γι᾿ αὐτὸ καὶ πρέπει νὰ τὸ δεχόμαστε μὲ εὐγνωμοσύνη καὶ νὰ τὸ τηροῦμε μὲ ἐπιμέλεια καὶ ἀκρίβεια.
Στὸ τέλος ὁ πνευματικός μας θὰ μᾶς διαβάσει τὴν συγχωρητικὴ εὐχὴ καὶ ἔτσι θὰ ἀποκατασταθοῦμε πάλι στὸ πατρικὸ σπίτι, στὴν οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ-Πατέρα. Καὶ ὁ οὐράνιος Πατέρας ἑτοιμάζει καὶ μᾶς παραθέτει οὐράνια τράπεζα. Μᾶς κάνει κοινωνοὺς τοῦ σώματος καὶ αἵματός Του. Μᾶς ἑνώνει μὲ τοὺς ἄλλους ἀδελφούς μας.
Μετάνοια: ἕνας ἀτέλειωτος δρόμος
Πολλοὶ ρωτοῦν: «Κάθε πότε πρέπει νὰ ἐξομολογούμαστε»; Θὰ ἀπαντήσουμε πολὺ ἁπλά: Ὅποτε ἔχουμε κάτι. Οὔτε ἀραιὰ καὶ σπάνια, ἀλλὰ οὔτε καὶ μὲ τὸ παραμικρό. Ἂν π.χ. πέσουμε καὶ χτυπήσουμε καὶ τὸ τραῦμα εἶναι μικρό, δὲν χρειάζεται νὰ ἐνοχλήσουμε τὸν γιατρό. Ἂν τὸ τραῦμα εἶναι μεγάλο, τότε ἀσφαλῶς θὰ τὸν ἐπισκεφθοῦμε.
Ἀφοῦ, λοιπόν, τὰ καθημερινὰ ἁμαρτήματα δὲν μποροῦμε εὔκολα νὰ τὰ ἀποφύγουμε, θὰ προσπαθήσουμε νὰ ζοῦμε σὲ συνεχῆ μετάνοια καὶ τακτικὴ ἐξομολόγηση. Χρονικὲς συνταγὲς δὲν ὑπάρχουν. Ὁ καθένας ἔχει τὴν ἰδιαιτερότητά του, τὶς δικές του ἀνάγκες καὶ μποροῦμε μὲ τὸν πνευματικό μας πατέρα νὰ βροῦμε τὴν χρυσὴ τομή.
Τέλος ἂς μὴν ξεχνᾶμε ὅτι ἡ μετάνοια εἶναι ἕνας ἀτέλειωτος δρόμος, μιὰ διαρκὴς κατάσταση, ποὺ δὲν σταματάει ποτέ. Δὲν ὑπάρχει τέλος στὴ μετάνοια, γιατί τοῦτο θὰ σήμαινε τέλεια ὁμοίωση μὲ τὸν Θεό. Ἔτσι ἔζησαν οἱ ἅγιοι τῆς ἐκκλησίας μας. Ἔτσι ἂς προσπαθήσουμε νὰ τὴν ζήσουμε καὶ ἐμεῖς. Αὐτὴ ἂς εἶναι καὶ ἡ προσευχή μας: «Κύριε, δώρησαί μοι μετάνοιαν ὁλόκληρον καὶ καρδίαν ἐπίπονον εἰς ἀναζήτησίν σου».
Τὸ μεγαλύτερο γεγονὸς τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας εἶναι ἀναμφισβήτητα τὸ βάπτισμά μας. Τὴν ἡμέρα ποὺ βαπτισθήκαμε ἀρνηθήκαμε τὸ διάβολο, τὰ ἔργα του, τὴ λατρεία του, τὸ σκοτάδι του καὶ ἑνωθήκαμε μὲ τὸν Χριστό· μπολιαστήκαμε στὸ Πανάγιο Σῶμα Του, τὴν ἐκκλησία. Μὲ ἄλλα λόγια γίναμε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ- Πατέρα, μέλη τῆς δικῆς Του οἰκογένειας. Καὶ ξεκινήσαμε μία πνευματικὴ πορεία, ποὺ σκοπὸ ἔχει τὴν τελείωσή μας, τὴν θέωσή μας. Ἡ πνευματικὴ ὅμως αὐτὴ πορεία, πολλὲς φορὲς διακόπτεται ἀπὸ τὴν ἀμέλειά μας καὶ τὴν ἁμαρτία. Ξεχνᾶμε τὶς δωρεὲς καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, λησμονοῦμε τὶς ὑποσχέσεις ποὺ δώσαμε στὸ ἅγιο βάπτισμα καὶ ξαναγυρνᾶμε στὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας. Ὅμως ὁ φιλάνθρωπος Θεός, γνωρίζοντας τὴν ἀδυναμία μας, μᾶς προσφέρει τὴν δυνατότητα νὰ ἐπιστρέψουμε πάλι κοντά Του, νὰ διορθώσουμε τὴν πορεία μας, νὰ γιατρέψουμε τὶς πληγές μας. Καὶ αὐτὸ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὸ μυστήριο τῆς μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως.
Ἡ ἁμαρτία καὶ οἱ καρποί της
Ἁμαρτία δὲν εἶναι ἁπλὰ καὶ μόνον ἡ παράβαση κάποιων νόμων, ἢ ἡ παράλειψη κάποιου καθήκοντος. Στὴν παραβολὴ τοῦ ἀσώτου ὁ Χριστὸς μᾶς δείχνει ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι κάτι πολὺ βαθύτερο. Εἶναι μιὰ ἀνταρσία, μιὰ ἐπανάσταση, καὶ κατὰ συνέπεια, μιὰ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν Θεὸ-Πατέρα καὶ τὴν ἐκκλησία Του.
Οἱ καρποὶ αὐτῆς τῆς ἀπομάκρυνσης εἶναι ἐξαιρετικὰ πικροί. Ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν Θεὸ σημαίνει θάνατο. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἁμαρτία, σὲ τελευταία ἀνάλυση, εἶναι κάθε ἐνέργεια αὐτοκαταστροφῆς. «Τὰ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος».
Ἡ μετάνοια
Ἡ μετάνοια εἶναι ἕνα δεύτερο βάπτισμα, ἢ ἀνανέωση τοῦ βαπτίσματος. Δὲν εἶναι μιὰ τυπικὴ ἐξομολόγηση ποὺ κάνει κανεὶς πρὶν τὶς μεγάλες γιορτές, ἡ κάτω ἀπὸ σκληρὲς ψυχολογικὲς συνθῆκες. Ὅπως τὸ λέει ἡ λέξη, μετάνοια (μετανοῶ) σημαίνει τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἀλλαγὴ ζωῆς, τὴν ἄρνηση τῆς ἁμαρτίας, τὴν ἀλλαγὴ τῆς νοοτροπίας. Ἐὰν δὲν θελήσουμε νὰ ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ νὰ ἀλλάξουμε ζωή, τότε ἡ μετάνοιά μας δὲν εἶναι ἀληθινή.
Ἡ ἐξομολόγηση
Ἂν ἡ μετάνοια εἶναι τὸ πρῶτο μέρος τοῦ μυστηρίου, τὸ δεύτερο μέρος εἶναι ἡ ἐξομολόγηση, δηλαδή, ἡ ἐνώπιον τοῦ πνευματικοῦ ὁμολογία τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ἐξομολόγηση, μὲ ἁπλὰ λόγια, εἶναι τὸ ἄδειασμα τοῦ δηλητηρίου. Ὅταν πιεῖ κανεὶς δηλητήριο δὲν ὑπάρχει ἄλλη λύση. Τὸ ἴδιο καὶ ἡ ἐξομολόγηση. Ἐκεῖ βγάζουμε τὸ δηλητήριο τῆς ἁμαρτίας. Ξεγυμνώνουμε τὴν ψυχή μας, ἀποκαλύπτουμε τὶς πληγές μας, ὁμολογοῦμε τὴν ἀρρώστια μας, προσκομίζουμε τὸν προσωπικό μας πόνο.
Προετοιμασία
Σὲ πολλὰ θέματα τῆς πίστης μας, παρόλο ποὺ λεγόμαστε Χριστιανοί, ἔχουμε μεγάλη ἄγνοια. Εἰδικὰ ὅμως στὸ θέμα τῆς μετάνοιας καὶ ἐξομολόγησης, ἡ ἄγνοια καὶ ἡ ἐπιπολαιότητα, βρίσκονται στὸν μεγαλύτερο βαθμό. Οἱ περισσότεροι προσερχόμαστε στὸ ἐξομολογητήριο ἐντελῶς ἀνέτοιμοι. Ζητᾶμε ἀπὸ τὸν ἱερέα νὰ μᾶς «ρωτήσει» αὐτός, σὰ νά ῾ναι ἡ ἐξομολόγηση ἀνακριτικὸ γραφεῖο. Ἢ προσερχόμαστε στὴν ἐξομολόγηση γιὰ νὰ ποῦμε πόσο «καλοὶ» ἄνθρωποι εἴμαστε καὶ πόσες καλοσύνες ἔχουμε κάνει. Ἡ στάση αὐτὴ δείχνει πὼς δὲν ἔχουμε ἐπιχειρηθεῖ μιὰ μικρή, ἔστω, προετοιμασία καὶ γνήσια αὐτοκριτική. Ἂν θέλουμε νά ῾μαστε εἰλικρινεῖς μὲ τὸν ἑαυτό μας, δὲν ὑπάρχει ἁμαρτία ποὺ νὰ μὴν τὴν ἔχουμε κάνει μὲ κάποιο τρόπο. Μιὰ προσεκτικὴ καὶ εἰλικρινὴς ἐξέταση τῆς καρδιᾶς μας, θὰ μᾶς δείξει πὼς μέσα μας φωλιάζουν πλήθη παθῶν καὶ ἁμαρτιῶν.
Γιατὶ, βέβαια, ἡ πραγματικὴ ἁμαρτωλότητα δὲν εἶναι μόνον ἡ ἐξωτερικὴ συμπεριφορά, ἀλλὰ ἡ ἐσωτερικὴ διάθεση καὶ ἐμπάθεια.
Αὐτοέλεγχος
Εἶναι, λοιπόν, ἀπαραίτητο πρὶν προσέλθουμε στὸν πνευματικό, νὰ καθίσουμε σ᾿ ἕνα ἥσυχο μέρος, νὰ προσευχηθοῦμε θερμὰ στὸν Θεὸ νὰ μᾶς δώσει ἀληθινὴ μετάνοια, νὰ φωτίσει τὰ κρυπτὰ τῶν καρδιῶν μας καὶ νὰ κάνουμε μιὰ ὅσο τὸ δυνατὸν τίμια βυθοσκόπηση. Στὴν προσπάθειά μας αὐτὴ θὰ μᾶς βοηθήσουν πολὺ μερικὰ κείμενα τῆς ἐκκλησίας μας, ὅπως ἡ ἀνάγνωση τῶν Δέκα Ἐντολῶν, τῆς ἐπὶ τοῦ Ὄρους Ὁμιλίας τοῦ Κυρίου, τῶν εὐχῶν τῆς Θείας Μεταλήψεως. Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἕνας καθρέπτης, μέσα ἀπὸ τὸν ὁποῖο μποροῦμε νὰ δοῦμε τὸν ἐσωτερικό μας κόσμο.
Τὴν ἐξαγόρευσή μας μποροῦμε νὰ τὴν ὑποδιαιρέσουμε σὲ τρεῖς βασικοὺς τομεῖς:
α) Ἡ σχέση μας μὲ τὸν Θεό
Ἔλλειψη ζωντανῆς σχέσης μὲ τὸν Θεό.
Κλονισμὸς πίστεως καὶ ἐμπιστοσύνης στὸν Θεὸ καὶ στὴν πρόνοιά Του, στὶς ὁποιεσδήποτε δυσκολίες.
Ζητήματα πίστεως, ἀδυναμίας, ἀμφιβολίας, ὀλιγοπιστίας.
Ἀδιαφορία γιὰ τὴν προσευχή, νηστεία, θεία λατρεία, ἐκκλησιασμό, συχνὴ θεία μετάληψη.
Ἀδιαφορία γιὰ τὴν μελέτη τῆς ἁγίας Γραφῆς καὶ πνευματικῶν βιβλίων.
Γογγυσμὸς κατὰ τοῦ Θεοῦ, βλασφημία, ἢ λογισμοὶ βλασφημίας.
Ὅρκος, ἐπιορκία, ψευδορκία, ταξίματα.
Μαγεία, μαντεία, αἰσχρολογία κ.λπ., πίστη στὶς προλήψεις, στὴν τύχη, στὰ ὄνειρα.
β) Ἡ σχέση μας μὲ τὸν πλησίον
Ἔλλειψη ἀγάπης γιὰ τὸν πλησίον, ἀδιαφορία γι᾿ αὐτόν, ὑποτίμηση, περιφρόνηση.
Μίσος, φθόνος, χαιρεκακία, ἔχθρα, μνησικακία, ἐκδικητικότητα, ἀνταπόδοση κακοῦ, σκληρότητα, ἀσυγχωρησία, πικρία, ζήλεια.
Ἐριστικότητα, φιλονικία, κατάρες, ὕβρεις, εἰρωνεία, ἐμπαιγμός, κοροϊδία, χειροδικία, φόνος.
Κατάκριση, καταλαλιά, ἱεροκατηγορία, συκοφαντία, ραδιουργία, καχυποψία.
Ψεῦδος, ἀνειλικρίνεια, ἀνεντιμότητα.
Κλοπή, κατάχρηση, καταστροφὴ ξένης περιουσίας, κακομεταχείριση τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ.
Ἀγνωμοσύνη, ἀχαριστία, ἀναίδεια, θρασύτητα, ἔλλειψη σεβασμοῦ σὲ γονεῖς, προϊσταμένους, ἱερεῖς κ.λπ.
Σκανδαλισμὸς ἄλλων μὲ τὴ ζωή μας, τὴ συμπεριφορά μας, τὴν προκλητικὴ ἐμφάνιση.
Παράλειψη καλοῦ καὶ ἐλεημοσύνης.
Στὴν οἰκογένεια:
Ἔλλειψη ἀγάπης, πνεύματος θυσίας, ὑποχωρητικότητας καὶ ἀλληλοκατανόησης.
Ἔλλειψη ἐνδιαφέροντος, καλοσύνης καὶ χρόνου γιὰ τὸν σύζυγο καὶ τὰ παιδιά.
Ἐριστικόχητα, πεῖσμα, ὑπονόμευση συζύγου.
Ἀδιαφορία γιὰ τὴν ἀνατροφὴ καὶ χριστιανικὴ ἀγωγὴ τῶν παιδιῶν.
Παράλογες καὶ ἐγωιστικὲς ἀπαιτήσεις ἀπὸ σύζυγο καὶ παιδιά.
Ἄκαιρες, πιεστικὲς καὶ ἀδικαιολόγητες ἐπεμβάσεις στὴ ζωὴ καὶ στὶς ἀποφάσεις τῶν παιδιῶν, ἢ στὶς οἰκογένειές τους.
Ὑπονόμευση τῶν προσπαθειῶν τους καὶ τοῦ δεσμοῦ τους.
Μοιχεία.
Στὸ ἐπάγγελμα:
Ἀπάτη, νοθεία στὴν ἐργασία ἢ στὸ ἐμπόρευμα.
Αἰσχροκέρδεια, κατάχρηση, παρανομία, τοκογλυφία, ἀπόκρυψη ἐμπορευμάτων, κλοπή.
Ἀνεντιμότητα στὶς συναλλαγές, δολιότητα ἐπαγγέλματος.
Κακομεταχείριση, ἐκμετάλλευση, ἀδικία σὲ βάρος τῶν ὑπαλλήλων, ἐργατῶν, ὑφισταμένων.
Προσωποληψία.
γ) Ἡ σχέση μας μὲ τὸν ἑαυτό μας.
Ἀδιαφορία γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ κατάρτισή μας.
Ἀνευθυνότητα, ραθυμία, ἀκηδία, ἀμέλεια.
Διασκεδάσεις, χαρτοπαιξία, γαστριμαργία, λαιμαργία, μέθη, ναρκωτικά.
Φιλαργυρία, ἀπληστία, πλεονεξία, πλοῦτος, καταναλωτικὴ μανία, πολυτέλεια, ἐπιδίωξη βολέματος, ἀτομισμός.
Ὑποκρισία.
Αἰσχρολογία, ἀργολογία, φλυαρία.
Θυμός, ὀργή.
Ὑπερηφάνεια, οἴηση, ἐγωισμός, ὑπεροψία, ματαιοδοξία, κενοδοξία, φιλαρχία, φιλοπρωτεία, μεγαλομανία, μεγαλοστομία, φιλαρέσκεια, ἐπιδίωξη ἐπαίνων, πεῖσμα, ἰσχυρογνωμοσύνη, δαιμονικὴ αὐτοπεποίθηση, ἰδιοτροπία.
Ἁμαρτίες καὶ πειρασμοὶ τῆς σάρκας.
Ἔλλειψη σεβασμοῦ στὸ σῶμα, ποὺ εἶναι ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἀνάγνωση ἀνήθικων περιοδικῶν, βιβλίων κ.λπ. ἡ θέαση ἀνήθικων κινηματογραφικῶν, θεατρικῶν, τηλεοπτικῶν ἔργων.
Ἀνήθικες σκέψεις, λογισμοί, φαντασίες.
Πορνεία, μοιχεία, αὐνανισμὸς κ.λπ. σαρκικὰ ἁμαρτήματα.
Ἔκτρωση.
Ἀφοῦ, λοιπόν, ἐξετάσουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ εἰλικρίνεια, ἂς γράψουμε σ᾿ ἕνα χαρτί, ὅ,τι συλλέξαμε ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ἔρευνα καὶ ὕστερα ἂς προστρέξουμε στὸν πνευματικό.
Ἐμπόδια-δικαιολογίες-ἐνστάσεις
Ὁ δρόμος τῆς ἐπιστροφῆς δὲν εἶναι χωρὶς ἐμπόδια. Ἐνῶ κατὰ βάθος μπορεῖ νὰ ἐπιθυμοῦμε τὴν ἐπιστροφή μας, δὲν κάνουμε τὸ σωτήριο βῆμα. Ἀναβάλλουμε τὴν ἐξομολόγηση, προσπαθώντας μὲ διάφορες δικαιολογίες νὰ καθησυχάσουμε τὴ συνείδησή μας. Εἶναι συνηθισμένες οἱ δικαιολογίες: «Γιατί νὰ ἐξομολογηθῶ; Δὲν σκότωσα, δὲν ἔκλεψα...» ἢ «ἐγὼ τὰ λέω στὴν εἰκόνα...» κ.λπ. Ἄλλοι, πάλι, διστάζουμε ἀπὸ ντροπή, ἢ ἀπόγνωση. Ἄλλοι ζητοῦμε ἀπὸ τὸν ἱερέα νὰ μᾶς διαβάσει εὐχέλαιο ἢ μόνον τὴν συγχωρητικὴ εὐχή. Ὅμως μάταια προσπαθοῦμε νὰ καθησυχάσουμε τὴ συνείδησή μας. Δικαιολογίες μποροῦμε νὰ βροῦμε ἄπειρες. Ἡ καρδιά μας ὅμως μόνον μὲ τὴν ἀληθινὴ μετάνοια μπορεῖ νὰ ἀναπαυτεῖ.
Μπροστὰ στὸν πνευματικὸ
Ὅταν εἴμαστε ἕτοιμοι γιὰ τὸ μεγάλο βῆμα, ἂς προστρέξουμε στὸν πνευματικό, ποὺ θὰ τὸν νιώσουμε σὰν πατέρα καὶ ἂς τοῦ ἀνοίξουμε τὴν καρδιά μας. Γιὰ νά ῾ναι εὐπρόσδεκτη ἀπὸ τὸν Θεὸ ἡ ἐξομολόγησή μας, πρέπει νὰ γίνει μὲ ταπείνωση, μὲ φόβο Θεοῦ, μὲ εἰλικρίνεια, μὲ ἀκρίβεια, χωρὶς ὑπερβολές. Ἂς ἔχουμε ὑπόψη μας ὅτι κατὰ τὴν ἱερὴ ὥρα τῆς ἐξομολόγησης:
α. Δὲν μεταφέρουμε εὐθύνες σὲ ἄλλους, δὲν ἀναφέρουμε ἄλλους, οὔτε ἐξομολογούμαστε τὰ ἁμαρτήματα ἄλλων. Ἀναλαμβάνουμε ὅλη τὴν εὐθύνη καὶ ἀποφεύγουμε τὶς δικαιολογίες καὶ τὰ μισόλογα.
β. Δὲν ἀρχίζουμε ἱστορίες ὁλόκληρες καὶ ἐκτεταμένες περιγραφές. Εἴμαστε σύντομοι καὶ συγκεκριμένοι.
γ. Δὲν ἐξομολογούμαστε γενικὰ καὶ ἀόριστα (π.χ. «Εἶμαι πολὺ ἁμαρτωλός», ἢ «ὅλες τὶς ἁμαρτίες τὶς ἔχω κάνει»). Ἀναφέρουμε συγκεκριμένα σὲ τί βρεθήκαμε ἀνάξιοί της ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
δ. Δὲν ἀναφέρουμε τὰ καλά μας ἔργα καὶ τὶς (ἀνύπαρκτες) «ἀρετές» μας.
ε. Δὲν ἀναφέρουμε ἁμαρτίες ποὺ ἔχουμε ἐξομολογηθεῖ (ἐκτὸς ἂν τὶς ἐπαναλάβαμε).
γ. Δὲν ἀποκρύπτουμε τίποτα, γιατὶ ἔτσι ἐμπαίζουμε τὸ μυστήριο.
Μετὰ τὴν ἐξομολόγηση
Ὁ πνευματικός μας πατέρας, ἀφοῦ μᾶς ἀκούσει, θὰ μᾶς συμβουλεύσει καὶ θὰ μᾶς κατατοπίσει πῶς θὰ ἀγωνιστοῦμε καὶ πῶς θὰ διορθώσουμε τὴν πορεία μας. Πιθανὸν νὰ μᾶς δώσει κάποιο ἐπιτίμιο. Αὐτὸ δὲν ἔχει χαρακτήρα τιμωρίας ἢ ἐξιλέωσης. Τὸ ἐπιτίμιο εἶναι πνευματικὸ φάρμακο καὶ πνευματικὸ ἀγώνισμα ποὺ θὰ μᾶς βοηθήσει ἀποτελεσματικά, γι᾿ αὐτὸ καὶ πρέπει νὰ τὸ δεχόμαστε μὲ εὐγνωμοσύνη καὶ νὰ τὸ τηροῦμε μὲ ἐπιμέλεια καὶ ἀκρίβεια.
Στὸ τέλος ὁ πνευματικός μας θὰ μᾶς διαβάσει τὴν συγχωρητικὴ εὐχὴ καὶ ἔτσι θὰ ἀποκατασταθοῦμε πάλι στὸ πατρικὸ σπίτι, στὴν οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ-Πατέρα. Καὶ ὁ οὐράνιος Πατέρας ἑτοιμάζει καὶ μᾶς παραθέτει οὐράνια τράπεζα. Μᾶς κάνει κοινωνοὺς τοῦ σώματος καὶ αἵματός Του. Μᾶς ἑνώνει μὲ τοὺς ἄλλους ἀδελφούς μας.
Μετάνοια: ἕνας ἀτέλειωτος δρόμος
Πολλοὶ ρωτοῦν: «Κάθε πότε πρέπει νὰ ἐξομολογούμαστε»; Θὰ ἀπαντήσουμε πολὺ ἁπλά: Ὅποτε ἔχουμε κάτι. Οὔτε ἀραιὰ καὶ σπάνια, ἀλλὰ οὔτε καὶ μὲ τὸ παραμικρό. Ἂν π.χ. πέσουμε καὶ χτυπήσουμε καὶ τὸ τραῦμα εἶναι μικρό, δὲν χρειάζεται νὰ ἐνοχλήσουμε τὸν γιατρό. Ἂν τὸ τραῦμα εἶναι μεγάλο, τότε ἀσφαλῶς θὰ τὸν ἐπισκεφθοῦμε.
Ἀφοῦ, λοιπόν, τὰ καθημερινὰ ἁμαρτήματα δὲν μποροῦμε εὔκολα νὰ τὰ ἀποφύγουμε, θὰ προσπαθήσουμε νὰ ζοῦμε σὲ συνεχῆ μετάνοια καὶ τακτικὴ ἐξομολόγηση. Χρονικὲς συνταγὲς δὲν ὑπάρχουν. Ὁ καθένας ἔχει τὴν ἰδιαιτερότητά του, τὶς δικές του ἀνάγκες καὶ μποροῦμε μὲ τὸν πνευματικό μας πατέρα νὰ βροῦμε τὴν χρυσὴ τομή.
Τέλος ἂς μὴν ξεχνᾶμε ὅτι ἡ μετάνοια εἶναι ἕνας ἀτέλειωτος δρόμος, μιὰ διαρκὴς κατάσταση, ποὺ δὲν σταματάει ποτέ. Δὲν ὑπάρχει τέλος στὴ μετάνοια, γιατί τοῦτο θὰ σήμαινε τέλεια ὁμοίωση μὲ τὸν Θεό. Ἔτσι ἔζησαν οἱ ἅγιοι τῆς ἐκκλησίας μας. Ἔτσι ἂς προσπαθήσουμε νὰ τὴν ζήσουμε καὶ ἐμεῖς. Αὐτὴ ἂς εἶναι καὶ ἡ προσευχή μας: «Κύριε, δώρησαί μοι μετάνοιαν ὁλόκληρον καὶ καρδίαν ἐπίπονον εἰς ἀναζήτησίν σου».
Ἱερὰ Μονὴ Σαγματᾶ
2008
2008
Wednesday, October 19, 2016
Ο φιλάνθρωπος Θεός όμως, που εργάζεται για την σωτηρία του κάθε ανθρώπου, έβαλε στο νού της τη μνήμη των οδυνηρών κολάσεων και την αρχική δόξα και τιμή, από την οποία είχε ξεπέσει. ( Γεροντικό )
Κάποια μοναχή πολεμήθηκε με λογισμούς πορνείας. Κι επειδή δεν μπορούσε να υπομείνει τον πόλεμο, έφυγε από το μοναστήρι της και γύρισε στον κόσμο.
Δεν άργησε να καταλήξει σε πορνείο. Έμεινε εκεί αρκετά χρόνια και πλούτισε πολύ , γιατί ήταν πολύ όμορφη.
Ο φιλάνθρωπος Θεός όμως, που εργάζεται για την σωτηρία του κάθε ανθρώπου, έβαλε στο νού της τη μνήμη των οδυνηρών κολάσεων και την αρχική δόξα και τιμή, από την οποία είχε ξεπέσει.
Και εκείνη αφού τα’αναλογίστηκε όλα αυτά, εγκατέλειψε πλούτη και περιουσία, κι έτρεξε στο μοναστήρι της , σαν προβατίνα που γλύτωσε από το στόμα των λύκων.
Μόλις όμως έφτασε στην πύλη της μονής, έπεσε κάτω και ξεψύχησε .
Εκεί κοντά ζούσε κάποιος έγκλειστος μοναχός, που είδε σε όραμα την νύχτα εκείνη αγγέλους και δαίμονες έξω από το μοναστήρι.
Φιλονεικούσαν όλοι μπροστά στη νεκρή για την ψυχή της.
-Εφόσον μετανόησε, είναι δική μας, έλεγαν οι άγγελοι.
-Μέχρι τώρα δούλευε σε μας , διαμαρτύρονταν οι δαίμονες. Άλλωστε δεν πρόφτασε να μπει στο μοναστήρι να μετανοήσει.
Ενώ έτσι φιλονεικούσαν, ήρθε άλλος άγγελος από τον ουρανό.
-Γιατί φιλονεικείτε; Τους ρώτησε και ύστερα τους είπε ότι ο αγαθός Θεός, αφότου η μοναχή σκέφτηκε να μετανοήσει, από την ίδια εκείνη στιγμή δέχθηκε την μετάνοια της.
Αμέσως συνήλθε ο μοναχός από το όραμα και έτρεξε να αναγγείλει στην ηγουμένη τα συμβάντα. Αφού περιποιήθηκαν το λείψανο, το έθαψαν στο κοιμητήριο και ευχαρίστησαν τον ελεήμονα Θεό, που και μόνο ένα καλό λογισμό τον δέχεται σαν μετάνοια.
Από το Γεροντικό
Δεν άργησε να καταλήξει σε πορνείο. Έμεινε εκεί αρκετά χρόνια και πλούτισε πολύ , γιατί ήταν πολύ όμορφη.
Ο φιλάνθρωπος Θεός όμως, που εργάζεται για την σωτηρία του κάθε ανθρώπου, έβαλε στο νού της τη μνήμη των οδυνηρών κολάσεων και την αρχική δόξα και τιμή, από την οποία είχε ξεπέσει.
Και εκείνη αφού τα’αναλογίστηκε όλα αυτά, εγκατέλειψε πλούτη και περιουσία, κι έτρεξε στο μοναστήρι της , σαν προβατίνα που γλύτωσε από το στόμα των λύκων.
Μόλις όμως έφτασε στην πύλη της μονής, έπεσε κάτω και ξεψύχησε .
Εκεί κοντά ζούσε κάποιος έγκλειστος μοναχός, που είδε σε όραμα την νύχτα εκείνη αγγέλους και δαίμονες έξω από το μοναστήρι.
Φιλονεικούσαν όλοι μπροστά στη νεκρή για την ψυχή της.
-Εφόσον μετανόησε, είναι δική μας, έλεγαν οι άγγελοι.
-Μέχρι τώρα δούλευε σε μας , διαμαρτύρονταν οι δαίμονες. Άλλωστε δεν πρόφτασε να μπει στο μοναστήρι να μετανοήσει.
Ενώ έτσι φιλονεικούσαν, ήρθε άλλος άγγελος από τον ουρανό.
-Γιατί φιλονεικείτε; Τους ρώτησε και ύστερα τους είπε ότι ο αγαθός Θεός, αφότου η μοναχή σκέφτηκε να μετανοήσει, από την ίδια εκείνη στιγμή δέχθηκε την μετάνοια της.
Αμέσως συνήλθε ο μοναχός από το όραμα και έτρεξε να αναγγείλει στην ηγουμένη τα συμβάντα. Αφού περιποιήθηκαν το λείψανο, το έθαψαν στο κοιμητήριο και ευχαρίστησαν τον ελεήμονα Θεό, που και μόνο ένα καλό λογισμό τον δέχεται σαν μετάνοια.
Από το Γεροντικό
Subscribe to:
Posts (Atom)